Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

30 Μαρτίου 2014 - Κυριακὴ Δ΄ τῶν Νηστειῶν
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμὸς 13
Κυριακὴ Δ΄ τῶν Νηστειῶν
30 Μαρτίου 2014
Μάρκου θ, 17-31

Ἀληθινὸ πρότυπο ζωῆς, ζωντανῆς καὶ αὐθεντικῆς πίστης εἶναι ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας, τὴ μνήμη τοῦ ὁποίου ὅρισε νὰ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας τὴν Δ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν. Τὸ μεγάλο αὐτὸ πνευματικὸ ἀνάστημα, δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνας ταπεινὸς ἀσκητής. Ἔπλεε ὅμως μέσα στὸ πέλαγος τῆς θείας Χάριτος. Ἦταν ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἀσκητὴς τοῦ θεοβάδιστου ὅρους Σινᾶ.

Γιὰ τὸ σημερινὸ ἄνθρωπο καὶ τοὺς σύγχρονους ρυθμοὺς τῆς ζωῆς, ἴσως ἡ προβολὴ ἑνὸς ἀσκητῆ, τοῦ ὕψους τοῦ Ἰωάννη τῆς Κλίμακας, νὰ φαντάζει ὡς κάτι τὸ παράδοξο. Πῶς μπορεῖ νὰ ἐναρμονίζονται τὰ βαθύτερα μηνύματα ποὺ ἐκπέμπει ἡ ἀσκητικὴ αὐτὴ μορφή, ἡ ὁποία μὲ τὴ μετάνοια καὶ τὰ δάκρυα ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ αὐτή, μὲ νηστεία καὶ πνευματικὴ ἄσκηση, δείχνει μία πορεία ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπό ἐκείνη ποὺ ὑπαγορεύει τὸ δῆθεν σύγχρονο καὶ ἐξελιγμένο πνεῦμα τῆς ἐποχῆς;

Καὶ ὅμως, στὰ νάματα τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης, ἡ ἀσκητικὴ ζωὴ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἡ ὑπέρβαση τοῦ ἀτομισμοῦ, ὁ ἐν χάριτι Θεοῦ ἀγῶνας γιὰ νὰ καταστεῖ ὁ ἄνθρωπος χριστοειδὴς ὕπαρξη, στὴν πιὸ τιμημένη μορφή της. Τὸ ὀρθόδοξο ἦθος εἶναι στὴ βαθύτερη οὐσία του ἀσκητικό, γιατί ἰσορροπεῖ στὴ σωστὴ ἀξιολόγηση καὶ ἱεράρχηση τῶν πραγμάτων. Ἐπειδὴ ἡ πνευματικὴ ὡριμότητα καὶ τελείωση δὲν εἶναι τελικὰ καρπὸς τῶν προσπαθειῶν τοῦ ἀνθρώπου ἀλλὰ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἄσκηση αὐτὴ καθ’ ἐαυτὴ ποτὲ δὲν ἀποβαίνει σκοπός, ἀλλὰ τὸ μέσο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπόκτηση τῆς δωρεᾶς καὶ τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ περιεχόμενο τοῦ περίφημου ἔργου τοῦ Ἰωάννη, ποὺ τὸ ὀνόμασε «Κλίμακα». Μὲ τὸν ἀγῶνα καὶ τὴν πνευματικὴ ἄσκηση, σκαλὶ - σκαλὶ καὶ βῆμα - βῆμα, ὁ ἄνθρωπος ἐγκολπώνεται τὴν ἀρετὴ καὶ ἀποτάσσεται τὴν κακία.

Τὸ περιεχόμενο τῆς «Κλίμακας» εἶναι τόσο ψυχωφελές, ποὺ ἀναδεικνύεται σὲ ἀληθινὴ πυξίδα ζωῆς. Εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα καὶ ψυχοφελέστερα συγγράμματα ποὺ βγῆκαν ἀπὸ ἀνθρώπινη γραφίδα. Μὲ ὕφος λιτὸ καὶ σοβαρό, ἀποφθεγματικὸ καὶ στοχαστικό, ποὺ ἔχει ὅμως μέσα του ἕνα δυναμισμὸ καὶ μία ἀνείπωτη γλυκύτητα ποὺ γοητεύει καὶ συναρπάζει, κατηχεῖ, ὁδηγεῖ, στηρίζει, ἠλεκτρίζει τὴν ψυχὴ τῶν πιστῶν. Τοὺς βοηθᾶ νὰ ἀτενίσουν πρὸς τὰ πάνω καὶ ν’ ἀνέβουν τὴν κλίμακα τῶν ἀρετῶν, τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς θέωσης. «Ἀναβαίνετε, ἀναβαίνετε, ἀδελφοί, ἀναβάσεις προθύμως ἐν καρδίᾳ διατιθέμενοι… εἴπερ ἡ ἀγάπη ἐστὶν ὁ Θεός».

Στὴν καρδιὰ τῆς ἄσκησης ὡς τρόπου ζωῆς, ξεπροβάλλει ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς. Τὸ προνόμιο τοῦ ἀνθρώπου νὰ προσεύχεται, νὰ καταξιώνεται νὰ συνομιλεῖ καὶ νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸ Δημιουργό του, εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ ἰσχυρὰ ποὺ διαθέτει. Ἀκριβῶς, ἀπὸ τὸ Συναξάρι τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τῆς Κλίμακας, μαθαίνουμε ὅτι πρωτίστως ἦταν ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς. Ἦταν ὁ ἀδιαλείπτως προσευχόμενος. Ὁ «ἔρωτι καὶ πυρὶ θείας ἀγάπης πυρπολούμενος», ὅπως χαρακτηριστικὰ τὸν περιγράφει τὸ λειτουργικὸ βιβλίο τοῦ Τριωδίου. Εἶναι ὁ ἐνσαρκωτὴς τῆς τέλειας προσευχῆς, τὴν ὁποία ἀπὸ μόνος του διδάχθηκε στὴν πράξη, ἀποτυπώνοντας τὶς θεῖες ἐμπειρίες του στὴν Κλίμακα.

Εἰδικότερα, τὴν προσευχὴ ὁ Ἰωάννης τὴν ἀνεβάζει στὰ ἀνώτερα στάδια τῆς τελείωσης τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν θὰ μποροῦσε κιόλας νὰ ἦταν διαφορετικά, ἀφοῦ, ὅπως ὁ ἴδιος ἐπισημαίνει, «προσευχὴ ἐστὶ ἕνωσις ἀνθρώπου καὶ Θεοῦ». Ἡ προσευχὴ εἶναι «πῦρ… ἅγιο καὶ ἐπουράνιο», ποὺ ἑδρεύει στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἡ φλόγα της ἀνάβει ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ἡ φωτιὰ αὐτὴ τῆς προσευχῆς κατακαίει καὶ ἐξαγνίζει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία στὴ συνέχεια γίνεται εὐλογημένος δέκτης τῆς θείας ἔλλαμψης καὶ κάθαρσης. Τότε ὁ νοῦς, ὁ λογισμὸς καὶ ἡ διάθεση ἀδρανοῦν πρὸς τὴν φορὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τὰ πάθη καὶ οἱ κακίες ὑποχωροῦν καὶ ξεριζώνονται.

Ἐξάλλου, στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ βλέπουμε καὶ τὸν πατέρα τοῦ δαιμονισμένου ἐκείνου παιδιοῦ νὰ ζητεῖ τὴ βοήθεια τοῦ Χριστοῦ. Αἰσθάνεται μέσα του τὴν ἀγάπη τοῦ Κυρίου. Αὐτὴ φλέγει καὶ πυρπολεῖ τὴν καρδιά του. Ἡ πίστη καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη ποὺ δείχνει στὸν Χριστὸ εἶναι ὑποδειγματική. Ξεπερνᾶ τὰ ὁποιαδήποτε ἐμπόδια καὶ δυσκολίες. Καὶ βέβαια ὁ λόγος τοῦ Κυρίου «εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι», ἀπευθυνόταν ὄχι μόνο στὸν πατέρα τοῦ παιδιοῦ, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλους μας. Ἡ ζωντανὴ πίστη εἶναι ὁ ἀγλαὴς καρπὸς τῆς ἄσκησης καὶ τῆς προσευχῆς, στὴν ὁποία παραπέμπει ἡ προσωπικότητα τοῦ Ἰωάννη τῆς Κλίμακας.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ ἀληθινὴ πίστη ποὺ εἰσάγει τὸν ἄνθρωπο στὸ χῶρο τῆς θείας θαυματουργίας, εἶναι στοιχεῖο ποὺ ἀπουσιάζει ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Ἐπειδὴ συμβαίνει αὐτό, τὸν βλέπουμε νὰ ἀκολουθεῖ μία πορεία αὐτοθεοποίησης ποὺ τὸν ὁδηγεῖ στὴν καταστροφή. Τὸ ἰσχυρὸ παράδειγμα τοῦ πατέρα ποὺ ἡ πίστη του ὁδήγησε στὴ θαυματουργὴ θεραπεία τοῦ παιδιοῦ του, ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἰωάννη ποὺ μέσα ἀπὸ τὴν «Κλίμακά» του ξεδιπλώνει τοὺς πνευματικοὺς ἀναβαθμοὺς ποὺ ἐκτοξεύουν τὸν ἄνθρωπο σὲ πνευματικὰ ὕψη, μὲ φόντο τὴν προσευχή, ἂς σφραγίσει καὶ τὴν δική μας πορεία στὴ ζωή. Ἀμήν.
ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ

Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

Μελετώντας τα λόγια του Θεού, θεραπεύεται κανείς χωρίς να το καταλάβει
 
Άγιος Πορφύριος


Η απελπισία και η απογοήτευση είναι το χειρότερο πράγμα. Είναι παγίδα του σατανά, για να κάνει τον άνθρωπο να χάσει την προθυμία του στα πνευματικά και να τον φέρει σε απελπισία.


Όλες σχεδόν οι αρρώστιες προέρχονται από έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό και αυτό δημιουργεί άγχος.


Το άγχος το δημιουργεί η κατάργηση του θρησκευτικού αισθήματος. Αν δεν έχετε έρωτα για τον Χριστό, αν δεν ασχολείσθε με άγια πράγματα, σίγουρα θα γεμίσετε με μελαγχολία και κακό.


Ένα πράγμα που μπορεί να βοηθήσει τον καταθλιπτικό είναι και η εργασία, το ενδιαφέρον για τη ζωή.


Ο κήπος, τα φυτά, τα λουλούδια, τα δέντρα, η εξοχή, ο περίπατος στην ύπαιθρο, η πορεία, όλ' αυτά βγάζουν τον άνθρωπο απ' την αδράνεια και του δημιουργούν άλλα ενδιαφέροντα. Επιδρούν σαν φάρμακα.


Η ασχολία με την τέχνη, τη μουσική κ.λπ. κάνει πολύ καλό. Σ' εκείνο, όμως, που δίδω τη μεγαλύτερη σημασία είναι το ενδιαφέρον για την Εκκλησία, για τη μελέτη της Αγίας Γραφής, για τις ακολουθίες.


Μελετώντας τα λόγια του Θεού, θεραπεύεται κανείς χωρίς να το καταλάβει.


ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ : agios.dimitrios.kouvaras.blogspot.com

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΝΑΣ Ο προστάτης των εγγάμων (συνέχεια)




Στους ναούς , «από φυλακής πρωίας μέχρι νυκτός».


 Η Μητρόπολη ,τότε, Αθηνών τον διόρισε εφημέριο στον ιερό ναό Αγίου Παντελεήμονος Ιλισσού. Μόλις 13 οικογένειες ήταν το ποίμνιό του αφού, όπως σημειώσαμε , η Αθήνα της εποχής εκτεινόταν γύρω από την Πλάκα. Ο παπα- Νικόλαος δεν στενοχωρήθηκε γι’ αυτό. Αντίθετα, από την πρώτη στιγμή μερίμνησε να γνωρίσει όλους τους ενορίτες του και να τους φέρει στην εκκλησία. Να συγυρίσει τον μικρό τότε ναό. Και να τελεί τις Ακολουθίες . Κάθε Κυριακή λειτουργούσε στον άγιο Παντελεήμονα , ενώ τις καθημερινές στο εκκλησάκι του προφήτη Ελισσαίου. Οι μαρτυρίες των συγχρόνων του και των πνευματικών του τέκνων κάνουν λόγο για έναν λειτουργό του Υψίστου δοσμένο κυριολεκτικά στη λατρεία του Θεού και στη διακονία των φτωχών και κατατρεγμένων. Με βάση αυτές τις αξιόπιστες μαρτυρίες θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε την αγία του μορφή , την ιερατική του ζωή και το φιλάνθρωπο έργο του.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι οι θείες Λειτουργίες που τελούσε διαρκούσαν επί ώρες. Άρχιζαν στις 8 το πρωί και τελείωναν το μεσημέρι. Ο λόγος ήταν ότι τα χαρτάκια με τα ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων που του έδιναν οι χριστιανοί για μνημόνευση , δεν τα πετούσε μετά την ανάγνωση τους. Γράφει η Μάρθα μοναχή: «Εμνημόνευε επί ώρας ολοκλήρους . Πρώτον, πεθαμένους πατριάρχας, μητροπολίτας , ιερείς, διακόνους και τους … Ναξιώτες και τους Αθηναίους. Τα ονόματα που του έδιναν τα μνημόνευε επί σειράν πολλών μηνών. Για να τον ξεκουράσουν λίγο τα πνευματικά του παιδιά του έπαιρναν κρυφά και έσχιζαν τα παλαιά , γιατί τα έπαιρνε μαζί του εις όλες τις εκκλησίες που πήγαινε. Τα έβαζε σε δύο μεγάλα μαντήλια και τα έδενε ως είδος μποξά και τα έβαζε στον κόρφο του, πλάκωνε την καρδιά του. Όταν τα κατάφερνε να ‘ρθη στο σπίτι κατά τις 5 μ. μ. και να αλαφρώνη από τα βάρη που είχε στο στήθος – διότι είχε δύο μποξαδάκια τα ονόματα και ένα κουτάκι με άγια λείψανα –του λέγαμε: Τί είναι αυτά τα μποξαδάκια; Και μας απαντούσε: Τα γραμμάτιά μου και τα συβόλαιά μου».
Στο εύλογο ερώτημα μερικών, πώς δεν κουράζεται και πότε θα ησυχάσει και θα ξεκουραστεί, απαντούσε με αφοπλιστικό τρόπο: «Ψαλῶ τῶ Θεῶ μου, ἕως ὑπάρχω». Και στην παρατήρηση γιατί μένει τόσες ώρες στην εκκλησία , ρωτούσε: «Συ, όταν ανοίγης το κατάστημά σου, δεν κάθεσαι όλη την ημέρα μέσα; Και για μένα το ίδιο είναι η εκκλησία».
Πλην της ενορίας του – του αγίου Παντελεήμονος- τελούσε Ακολουθίες τις καθημερινές και σε άλλα εκκλησάκια του κέντρου της Αθήνας , κυρίως δε του προφήτη Ελισσαίου, στην οδό Άρεως, στην αγορά, το οποίο δυστυχώς αργότερα κατεδαφίστηκε. Το εκκλησάκι αυτό αποτελούσε τα χρόνια εκείνα ένα ιδιότυπο λατρευτικό κέντρο και  μια μήτρα από την οποία προήλθαν αρκετοί ενάρετοι μοναχοί και μοναχές που στελέχωσαν διάφορα μοναστήρια της εποχής . Εκεί τελούνταν από τον παπα- Νικόλα κατανυκτικές αγρυπνίες , με ψάλτες τους σκιαθίτες Αλεξάνδρους ( Παπαδιαμάντη και Μωραϊτίδη ) . Να τι έγραφε ο Παπαδιαμάντης για τον άγιό μας: «Μεταξύ των υπαρχόντων ιερέων υπάρχουσιν ακόμη πολλοί ενάρετοι και αγαθοί, εις τα πόλεις και τα χωρία. Είναι τύποι λαϊκοί, ωφέλιμοι, σεβάσμιοι. Ας μην εκφωνούσι λόγους. Ηξεύρουσιν αυτοί άλλον τρόπον πώς να διδάσκωσι το ποίμνιον. Γνωρίζω ένα ιερέα εις τας Αθήνας. Είναι ο ταπεινότερος των ιερών και ο απλοϊκώτερος των ανθρώπων…. Κάθε ψυχοχάρτι… αφού άπαξ του το δώσης, το κρατεί διά πάντοτε.. Επί δύο, τρία έτη εξακολουθεί να μνημονεύη τα ονόματα. Εις κάθε προσκομιδήν μνημονεύη δύο ή τρεις χιλιάδες ονόματα. Δεν βαρύνεται ποτέ.. Εις την απόλυσιν της Λειτουργίας , όσα κομμάτια έχει εντός του Ιερού, από πρόσφορα ή αρτοκλασίαν, τα μοιράζει όλα εις όσους τύχουν. Δεν κρατεί σχεδόν τίποτε… Είναι αξιαγάπητος . Είναι απλοϊκός και ενάρετος . Είναι άξιος του πρώτου μακαρισμού του Κυρίου…».
Τον παπα- Νικόλα γνώρισαν ως λειτουργό και άλλα ταπεινά εκκλησάκια γύρω από την Ακρόπολη , καθώς αναφέρει και ο Φώτης Κόντογλου, στα οποία τελούσε κυρίως Αγρυπνίες , όπως του Άη- Γιάννη του Κυνηγού (μετέπειτα Άγιος Ιωάννης της οδού Βουλιαγμένης ), των Τριών ιεραρχών Παγκρατίου , του Αγίου Γεωργίου Κουκακίου, του Αγίου Λαζάρου, του Αγίου Φανουρίου Παγκρατίου, του Αγίου Σπυρίδωνος Μαντουκά, του Αγίου Δημητρίου Λουμπαρδιάρη. Αλλά τις Κυριακές και μεγάλες εορτές λειτουργούσε στην ενορία του ( Άγιο Παντελεήμονα Ιλισσού ) , με τους λίγους ενορίτες . Ώσπου μια μέρα «τον επεσκέφθη ένας ιερεύς άνευ ενορίας και τον παρακάλεσε να συλλειτουργήσουν ∙ και αυτός ως καλός και αγαθός τον εδέχθη ολοψύχως». Εκείνος όμως συμφώνησε με τους επιτρόπους του ναού και έδιωξαν τον παπα- Νικόλα ,στέλνοντας τον στην εκκλησία του Άη- Γιάννη του Κυνηγού ( ή «του αγρού» ) , που ως ενορία αριθμούσε μόλις 8 οικογένειες και βρισκόταν αρκετά μακριά από το κέντρο της Αθήνας .
Η απομάκρυνσή του από τον Άγιο Παντελεήμο0να τον στενοχώρησε. Σημειώνει η βιογράφος του: «Μια βραδυά, φεύγοντας από τον Άγιο Ιωάννη για να πάη στο σπίτι του, έκλαιγε στο δρόμο. Έρημος ο τόπος τότε. Βλέπει έξαφνα στο δρόμο του ένα νεαρό παλληκάρι και του λέγει: Τι κλαις , πάτερ μου;
- Κλαίω , παιδί μου, γιατί με διώξανε από τον Άγιο Παντελεήμονα .
-         Μη λυπείσαι, πάτερ μου, και εγώ είμαι πάντοτε μαζί σου.
Του λέγει: Ποιος είσαι εσύ , παιδί μου;
-         Εγώ είμαι ο Παντελεήμων, που μένω στον Νέο Κόσμο- και τον έχασε αμέσως από εμπρός του. Αυτήν την οπτασίαν την διηγείτο ο ίδιος επί λέξει εις μίαν κόρην της συνοδείας του».

Πηγή: «ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΝΑΣ
Ο προστάτης των εγγάμων
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ»
Ευαγγέλου Π. Λέκκου
θεολόγου
τ. Διευθυντού της Αποστολικής Διακονίας
 Εκδοτική παραγωγή ΣΑΪΤΗΣ
ΠΗΓΗ ΕΙΣ ΔΟΞΑΝ ΘΕΟΥ

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

Παναγία η Γηροκομίτισσα



Ιδρυμένο τον 9ο αιώνα το μοναστήρι της Παναγίας της Γηροκομήτισσας (στους βυζαντινούς χρόνους υπήρξε και γηροκομείο) καταστράφηκε και ξανακτίσθηκε αρκετές φορές.           


Ιστορικά στοιχεία για την Εικόνα


Η πανίερη και θαυματουργός εικόνα της Παναγίας Γηροκομήτισσας (4ος αι.) είναι η εφέστιος εικόνα της ιεράς μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Γηροκομείου Πατρών, που είναι μία από τις αρχαιότερες μονές της Ελλάδος, της οποίας κτίτωρ είναι ο άγιος μεγαλομάρτυρας Αρτέμιος. Πήρε το όνομά της διότι την βυζαντινή περίοδο στην μονή λειτουργούσε γηροκομείο και η εικόνα ήταν η παρηγοριά των ηλικιωμένων.
ΠΗΓΗ agios.dimitrios.kouvaras.blogspot.com

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΝΑΗΓΥΡΙΖΟΥΣΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΑΣ




Πλούτος και πτωχεία



Πλούτος και πτωχεία
Απομαγνητοφωνημένο Κήρυγμα π. Θεοδώρου Ζήση – Κυριακή Ε’ Λουκά31/10/2010
(παραβολή του πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου)

«Άνθρωπος δε τις ην πλούσιος και πτωχός δε τις ονόματι Λάζαρος» (Λουκ. ιστ’ 19-20)
Πλούτος και πτωχεία, πλούτος και φτώχια, πλούσιοι και πτωχοί, είναι καταστάσεις ζωής, καταστάσεις βίου οι οποίες έχουν και πολλές πνευματικές διαστάσεις και πολλές επίσης πνευματικές παρανοήσεις.  
Στη σκέψη και στο υποσυνείδητο όλων μας ασφαλώς υπάρχει η επιθυμία να είμαστε πλούσιοι και με αποστροφή σκεφτόμαστε τη φτώχια, ιδιαίτερα μάλιστα αυτή την περίοδο της οικονομικής ,όπως τη λέμε, κρίσεως έχουμε την αίσθηση ότι όλοι έχουμε γίνει πτωχότεροι και εξαιτίας αυτής της πτωχεύσεώς μας, εν τινι μέτρω, σε πολλούς από μας αυτή η κατάσταση οδηγεί σε μελαγχολίες, σε απογοητεύσεις, σε αγωνίες:  τι θα γίνει στο μέλλον, πώς θα τα βγάλουμε πέρα, γιατί γίνονται αυτές οι αδικίες, γιατί επιτρέπει ο Θεός ορισμένους να πλουτίζουν και μάλιστα αθέμιτα, όχι με νόμιμους τρόπους, και γιατί επιτρέπει ο Θεός  ορισμένοι να είναι πτωχοί και να υποφέρουν στη ζωή τους μέσα στη φτώχια και μέσα στη δυσκολία;
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή η οποία μας παρουσιάζει την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου, όπως επίσης και πολλά άλλα κείμενα μέσα από την Καινή Διαθήκη, από τη διδασκαλία και του Κυρίου και των Αποστόλων και στη συνέχεια και από ερμηνευτικές και θεολογικές αναλύσεις των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας, μας δίνουν ικανοποιητικές απαντήσεις στο πρόβλημα αυτό, το κοινωνικό λεγόμενο πρόβλημα, της υπάρξεως πλουσίων και της υπάρξεως πτωχών.
Δικαιολογεί ο χριστιανισμός τον πλούτο; Τι λένε οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας για τον πλούτο;  Πρέπει να επιδιώκουμε στη ζωή μας να γίνουμε πλούσιοι, να είμαστε πλούσιοι;  Από πού προέρχεται ο πλούτος;  Είναι νόμιμες όλες οι πηγές του πλούτου;  Κι αν συμβεί να είμαστε πλούσιοι, πώς πρέπει να χρησιμοποιούμε αυτόν τον πλούτο που μας εχάρισε και μας έδωσε ο Θεός;  Αλλά ακόμα κι αν συμβεί να είμαστε πτωχοί, πώς πρέπει να αντιμετωπίζουμε από τη μία πλευρά τη δική μας την πτώχια κι από την άλλη πλευρά τους πλουσίους: πρέπει να τους ζηλεύουμε, να τους φθονούμε, να τους μισούμε, να κάνουμε κοινωνικές επαναστάσεις, να ανατρέπουμε κυβερνήσεις και καθεστώτα εις τρόπον ώστε να απολαύσουμε κι εμείς αυτά που απολαμβάνουν οι πλούσιοι, οι οιοδήποτε πλούσιοι;  Γνωρίζουμε όλοι μας πόσο ταλαιπωρήθηκε η ανθρωπότης  από τέτοιου είδους εξεγέρσεις πτωχών εναντίον των πλουσίων.  Ο περασμένος μάλιστα αιώνας, ο 20ος αιώνας, σχεδόν στο σύνολό του διήρεσε την ανθρωπότητα σε δύο μισά. Εκεί όπου εκυριάρχησε ο κομμουνισμός και ο σοσιαλισμός, όπου ουσιαστικώς οι πτωχοί, οι προλετάριοι, οι εργάτες επαναστάτησαν εναντίον των πλουσίων και θέλησαν κι αυτοί να μοιραστούν τα αγαθά των πλουσίων, να μοιραστούν τα υλικά αγαθά.
Είναι λοιπόν δικαιολογημένα από τη μία πλευρά να απολαμβάνουν οι πλούσιοι μόνοι τους τα αγαθά τους κι από την άλλη πλευρά και οι πτωχοί να ζηλεύουν και να φθονούν και να μισούν τους πλουσίους και να επιχειρούν να τους ανατρέψουν;  Και είναι δικαιολογημένη ίσως και αυτή η πικρία κι αυτή η αγωνία που νιώθουμε και σήμερα όλοι μας μπροστά σ’ αυτήν την οικονομική κρίση, μπροστά σ’ αυτήν τη μερική πτωχεία στην οποίαν έχουμε οδηγηθεί εξαιτίας αυτής της οικονομικής κρίσεως;    
Ας κάνω εξαρχής την παρατήρηση ότι από κάποιας πλευράς όλοι μας, επί πολλές δεκαετίες, τις τελευταίες ιδιαίτερα δεκαετίες, ήμασταν πλούσιοι και μοιάζαμε τον πλούσιο της περικοπής:  Άνθρωπός τις ην πλούσιος και ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ’ ημέραν λαμπρώς. (Λουκ. ιστ’ 19).  Κι εμείς ντυνόμασταν και αγοράζαμε και ρούχα και φορέματα και ευφραινόμασταν και τρώγαμε και πίναμε, στα συμπόσια και στο σπίτι μας και στα κέντρα, ευφραινόμενοι καθ’ ημέραν λαμπρώς.  Πλούσιοι λοιπόν κι εμείς, σαν τον πλούσιο της σημερινής ευαγγελικής περικοπής.  Είναι κακό λοιπόν να είναι κανείς πλούσιος;  
Θα κάνω μερικές σκέψεις, με βάση τα όσα οι Άγιοι Πατέρες μας έχουν παραδώσει, για να δούμε σήμερα πολύ σύντομα –αυτό θέλει εδώ, ώρες πολλές παραδόσεων, έχουν γραφεί χιλιάδες συγγράμματα για την αντιμετώπιση του κοινωνικού λεγομένου προβλήματος, σε σχέση μάλιστα με την επανάσταση των πτωχών εναντίον των πλουσίων.
Ποια λοιπόν είναι η διδασκαλία της Εκκλησίας μας, των Αγίων Πατέρων σχετικά με το πρόβλημα του πλούτου και της φτώχιας;  Πώς πρέπει κι εμείς σύντομα να τοποθετηθούμε απέναντι σ’ αυτές τις δύο καταστάσεις της ζωής;  
Θα πρέπει να σας πω βέβαια, ότι το πρόβλημα του πλούτου και της φτώχιας δεν απησχόλησε μόνο την χριστιανική σκέψη, ούτε υπάρχει μόνο μέσα στο Ευαγγέλιο σχετική διδασκαλία.  Αν οι άνθρωποι είχαν ακολουθήσει τη διδασκαλία του Ευαγγελίου δεν θα υπήρχαν προβλήματα στον κόσμο, θα είχε επιλυθεί το κοινωνικό πρόβλημα και θα είχε επιλυθεί το πρόβλημα του πλούτου και της φτώχιας.  Αλλά επειδή οι άνθρωποι ακολουθούν δικές τους σκέψεις, δικές τους διδασκαλίες, δικές τους επιθυμίες, δικά τους συμφέροντα γι’ αυτό υπάρχει αυτή η κοινωνική αναστάτωσις.  
Να πω λοιπόν σύντομα ότι ακόμη και στην αρχαία Ελλάδα ο πλούτος εκτιμώταν θετικώς και υπολογιζόταν ανάμεσα στα μεγάλα αγαθά της ζωής όπως επίσης και στην Παλαιά Διαθήκη.  «Εάν εισακούσητέ μου τα αγαθά της γης φάγεσθε» (Ησαΐας, 1, 19).  Και είναι σπουδαίο αγαθό να είναι κανείς πλούσιος και στην αρχαία Ελλάδα, όπως επίσης και στην Παλαιά Διαθήκη.  Πάντως η ελληνική θέση απέναντι στον πλούτο δεν ήταν σκληρή και άκαμπτη.  Πολλές φορές επενέβαιναν οι νομοθέτες και επέβαλαν στους πλουσίους φόρους, για την ενίσχυση των αποροτέρων τάξεων.  Ή μερικές φορές ακόμη προέβαιναν και σε ανακατανομή των κτημάτων. Ηθικά δε αξιολογούμενος ο πλούτος στην αρχαία Ελλάδα, στηρίζεται στο πώς αποκτάει κανείς τον πλούτο, με νόμιμα μέσα ή με ηθικά μέσα, ή αν τον αποκτάει επίσης με ανήθικα μέσα.  Επίσης δινόταν μεγάλη σημασία στην κοινωνική λειτουργία του πλούτου: ωφελεί ο πλούτος την κοινωνία, διατίθεται ο πλούτος για να βοηθεί τους ασθενεστέρους;  Και στην αρχαία Ελλάδα ακόμη.    Και υπήρχε επίσης κι ένα σπάσιμο αυτής της απεριόριστης αντιλήψεως πως όταν είναι κανείς πλούσιος κάνει ό,τι θέλει τον πλούτο του: δικά μου είναι τα χρήματα, δικά μου είναι τα κτήματα, ό,τι θέλω τα κάνω!  Ακόμη και στην αρχαία Ελλάδα έχει σπάσει αυτή η αντίληψις.  Υπάρχει στον Ευριπίδη μία θέση η οποία λέει: «ούτοι τα χρήματα ίδια κέκτηνται βρωτοί».  Οι άνθρωποι δεν έχουν δικά τους χρήματα.  «Τα των θεών δ’ έχοντες επιμελούμεθα».  Είμαστε επιμεληταί, διαχειρισταί αυτών των οποίων μας έχει δώσει ο Θεός.  Είναι ακριβώς σαν τη χριστιανική θέση η οποία δέχεται πως ο Θεός μας τα δίνει όλα, του Θεού είναι όλα, δεν είμαστε εμείς ιδιοκτήτες, εμείς είμαστε διαχειρισταί των πραγμάτων:  «τα των θεών δ’ έχοντες επιμελούμεθα».
Ο Ξενοφώντας επίσης στην «Κύρου παιδεία» λέει ότι δεν πρέπει να θεωρούμε ευτυχείς τους πλουσίους.  Ευτυχείς είναι εκείνοι που απέκτησαν έντιμα τον πλούτο και τον χρησιμοποιούν για το καλό των ανθρώπων.  Μόνον εκείνοι.  Αφήνω το χωρίο το σχετικό.
Δυστυχώς όμως εκτός από αυτήν την ελαστική, την όχι σκληρή αντίληψη για τον πλούτο, υπάρχει μια άλλη, ρωμαϊκή αντίληψη νομική, περί ιδιοκτησίας και πλούτου, η οποία θεωρεί ότι ο πλούτος είναι φυσικό δικαίωμα, προέκταση της φύσεως του ανθρώπου.  Αφού εγώ γεννήθηκα πλούσιος, αφού είμαι πλούσιος, κάνω ό,τι θέλω τον πλούτο μου!  Είναι στη φύση μου το να έχω κτήματα, η ιδιοκτησία είναι μέσα στη φύση μου! Δεν μπορεί κανένας να μου καταστρέψει το δικαίωμα αυτό να είμαι πλούσιος.  Και αυτή η αντίληψη περί του ότι ο πλούτος είναι φυσική προέκταση, φυσικό δικαίωμα του ανθρώπου, πέρασε δυστυχώς στη Δύση, πέρασε και στα νεώτερα χρόνια, στον οικονομικό φιλελευθερισμό και στον καπιταλισμό ο οποίος σαν μόνο κίνητρο έχει το κέρδος: δεν τον νοιάζει για το κοινωνικό καλό και για το αν υπάρχουν φτωχοί.  Ε, εκεί παραμόνευε ο κομμουνισμός και ο μαρξισμός:  Αν εσείς νομίζετε ότι μπορείτε να κάνετε τα αγαθά της γης ότι θέλετε οι πλούσιοι, κάνετε λάθος.  Θα επαναστατήσουμε και δια της βίας θα σας τα πάρουμε.
Ο χριστιανισμός,αγαπητοί μου, τι διδάσκει για όλα αυτά; Ο χριστιανισμός διδάσκει, οι πατέρες της Εκκλησίας διδάσκουν ότι υπάρχουν δύο ειδών αγαθά. Υπάρχουν τα ελεύθερα αγαθά, τα οποία δίνει ο Θεός με αφθονία σε όλους εξίσου:  είναι ο αέρας, το φως και το νερό.  Όλοι έχουμε τον αέρα, όλοι έχουμε το φως κι όλοι έχουμε το νερό, μολονότι τώρα και το νερό το αγοράζουμε και θα ‘ρθει λένε εποχή κατά την οποία θα γίνονται πόλεμοι ακόμη και για το νερό.  Ο Θεός πάντως το νερό το δίνει ίσα σε όλους. 
Εκτός όμως από τα ελεύθερα αυτά αγαθά τα οποία ο Θεός δίνει εξίσου σε όλους, υπάρχουν και τα λεγόμενα οικονομικά αγαθά τα οποία οφείλονται στην ανθρώπινη συμβολή για να αποκτηθούν. Κάποιος είναι εργατικός, επιμελής και αποκτάει αγαθά με τη δική του προσπάθεια.  Είναι τα οικονομικά αγαθά, υπάρχει ανθρώπινη συμβολή, δεν είναι του Θεού.  Αυτά λοιπόν τα ανθρώπινα αγαθά, τα θεωρούν πολλοί πως μπορούν να τα κάνουν ό,τι θέλουν.
Οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας και το Άγιο Ευαγγέλιο διδάσκουν ότι ακόμη και τα οικονομικά αγαθά, αυτά τα οποία αποκτάει ο άνθρωπος με την εργασία του, με έντιμα μέσα, ακόμη κι αυτά δεν είναι δικά του.  Δεν  μπορεί π.χ. λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος να διεκδικήσει την απόλυτη κυριότητα του σπιτιού του. Όλοι θεωρούμε πως είμαστε απόλυτοι κύριοι του σπιτιού μας.  Γιατί λέει εκτός του ότι τα υλικά που χρησιμοποιεί για την κατασκευή του, το χώμα, το νερό, δεν είναι δικά του αλλά είναι του Θεού, επιπλέον αυτός ο ίδιος που κατασκευάζει το σπίτι και το διεκδικεί, ανήκει στον Θεό ο οποίος του έδωσε την ψυχή και το σώμα.  Και ρωτάει ο Μέγας Βασίλειος: ποία ειπέ μοι σαυτού; Ποια δικά σου;  Ποια δικά σου, ιδιοκτησία δική σου;   Πόθεν λαβών εις τον βίον εισήνεγκας;  Πού τα βρήκες;  Στον κόσμο ερχόμαστε γυμνοί, πόθεν λαβών εις τον βίον εισήνεγκας; Και λέει κι άλλα ο Μέγας Βασίλειος.
Εξαιτίας λοιπόν αυτής της διδασκαλίας,ότι δεν ανήκουν τα αγαθά στους πλουσίους, οι Άγιοι Πατέρες διαμόρφωσαν τη διδασκαλία ότι και οι πλούσιοι είναι απλώς διαχειρισταί και οικονόμοι των αγαθών.  Δεν πρέπει να χρησιμοποιούν για δική τους ωφέλεια, για δική τους απόλαυση τα αγαθά τους, απλώς είναι ένα λειτούργημα ο πλούτος: οικονόμοι Θεού.  Κι ότι αυτά πρέπει να τα χρησιμοποιούν για την κοινωνική λειτουργία του πλούτου.
Υπάρχουν στο χριστιανισμό,και τελειώνω μ’ αυτά για να μη σας κουράσω πολύ, υπάρχουν στο χριστιανισμό τρεις αρχές οι οποίες διακρίνουν την διδασκαλία για τον πλούτο και την πτωχεία σε σχέση και με τον καπιταλισμό, τον νεοφιλελευθερισμό, σε σχέση και με τον σοσιαλισμό και με τον κομμουνισμό.  Ποιες είναι αυτές οι αρχές;  
Κατ’ αρχήν είναι η αρχή η πρώτη της αγάπης.  Δεν υπάρχει αγάπη στον φιλελευθερισμό τον οικονομικό, το κέρδος είναι η αρχή: δεν με νοιάζει, ας πεθαίνει ο άλλος, θα δείξω εγώ αγάπη σ’ αυτόν;  Κριτήριο είναι το κέρδος, η δική μου απόλαυση.  Δεν υπάρχει αγάπη ούτε και στον κομμουνισμό: φθονούν και μισούν οι φτωχοί τους πλουσίους και θέλουν κι εκείνοι να γκρεμίσουν τους πλουσίους για να απολαύσουν κι αυτοί τα υλικά αγαθά.  Επομένως υλισμός υπάρχει και στη μια πλευρά και στην άλλη πλευρά.  Και στην πλευρά των πλουσίων οι οποίοι θέλουν να απολαύσουν μόνοι τους τα αγαθά και στην πλευρά των πτωχών οι οποίοι θέλουν να γίνουν αυτοί πλούσιοι.  
Δεν υπάρχει αγάπη, δεν υπάρχει όμως και ασκητικότητα.  Νομίζετε πως αν ο κομμουνισμός και ο σοσιαλισμός εκεί έτεινε, πού έτεινε ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός; Έτεινε να δημιουργήσει μία κοινωνία του μέλλοντος, έτσι έλεγαν, θα περάσουν αυτές οι δυσκολίες, έτσι δίδασκαν τους λαούς εκεί, θα περάσουμε τώρα τις δυσκολίες και θα ‘ρθει μια εποχή εδώ που θα κάνουμε μία κοινωνία όπου όλοι θα είναι πλούσιοι, όπου όλοι θα απολαμβάνουν τα υλικά αγαθά. 
Επομένως υλισμός και εδώ, ίσοι στην απόλαυση των υλικών αγαθών.  Ο χριστιανισμός λέει ότι αυτή η εκ μέρους και των πλουσίων και των πτωχών διεκδίκηση των υλικών αγαθών είναι η αιτία της αναστατώσεως που υπάρχει στον κόσμο.  Λέει ο Μέγας Βασίλειος: «Έως πότε πλούτος; Η του πολέμου υπόθεσις, δι’ ον ακονάται ξίφη, δι’ ον συγγενείς αγνοούσι φύσιν και αδελφοί φονικόν κατ’ αλλήλων βλέπουσι;»  Ακόμη και οι αδελφοί για περιουσιακά θέματα αρχίζουν και διαιρούνται και νιώθουν μίσος ο ένας για τον άλλον. Αυτή λοιπόν η τάση μας για την απόλαυση των υλικών αγαθών.
Ο χριστιανισμός διδάσκει ότι τα υλικά αγαθά δεν έχουν καμία αξία, είναι προσωρινά, φεύγουν.  Τι έπαθε ο φτωχός, ο Λάζαρος και τι έπαθε ο πλούσιος;  Πέρασε αυτή η ζωή.  Ο φτωχός ο Λάζαρος πήγε στις αγκαλιές  του Αβραάμ ευτυχισμένος και ο πλούσιος οδυνάτω εν τη φλογί.  Περνούν αυτά.  «Ουδαμόθεν άλλοθεν ο φθόνος ή εκ του προστετηκέναι  τοις παρούσι, μάλλον δε πάντα τα κακά» λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.  Ο φθόνος προέρχεται από το ότι είμαστε κολλημένοι στα υλικά αγαθά.  «Ει γαρ μηδέν είναι ενόμιζες τα χρήματα και την δόξαν του κόσμου τούτου, ουκ αν τοις έχουσιν εβάσκηνας».  Γιατί εσύ πτωχέ, αν θεωρούσες πως τα υλικά αγαθά δεν είναι τίποτε, δεν θα είχες φθόνο και βασκανία εναντίον των πλουσίων.
Και τελειώνω αγαπητοί μου, γιατί μπορεί κανείς να πει πολλά, ότι στον χριστιανισμό και ιδιαίτερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, στην Εκκλησία των Πατέρων ιδεώδης κοινωνικός τύπος δεν είναι ο homo economicus, δεν είναι ο έμπορος, δεν είναι ο επαγγελματίας, δεν είναι ο πλούσιος, ο καλοντυμένος, ο καλοπερασάκιας, ο υλιστής, ο homo economicus των ακραίων συστημάτων, των ατομοκρατικών είτε καπιταλιστικών είτε σοσιαλιστικών. Αλλά ιδεώδης τύπος στον χριστιανισμό είναι ο ασκητής, ο άγιος ο οποίος περνάει λιτά τη ζωή του.  
Αν είχαμε υιοθετήσει αυτήν την φιλοσοφία, όλοι μας, ακόμη κι οι επίσκοποί μας οι οποίοι προκλητικά μερικές φορές ζουν ζωή, και κρίθηκε αυτό από τους επισκόπους, επίσκοπος αυτές τις ημέρες έγραψε ότι δίνουμε κακό παράδειγμα στον λαό γιατί εμείς οι επίσκοποι και οι κληρικοί ζούμε με ευημερία και σπαταλούμε.  Αν ήσαν ασκητικοί κι αν ήμασταν όλοι ασκητικοί στη ζωή μας, δεν θα υπήρχε κοινωνικό πρόβλημα και θα ζούσαμε όλοι αγαπημένοι μεταξύ μας και οι πλούσιοι και με τους φτωχούς.  Οι πλούσιοι θα βοηθούσαν τους φτωχούς και οι φτωχοί δεν θα φθονούσαν τους πλουσίους.

Από τη σημερινή λοιπόν μικρή ευκαιρία που μας δόθηκε εδώ να αναφερθούμε στο θέμα του πλούτου και της φτώχιας που ταλαιπωρεί την ανθρωπότητα, το πρόβλημα αυτό, από την αρχή της γενέσεώς της, ας έχουμε στην εικόνα μας την κατάσταση του πλουσίου της ευαγγελικής περικοπής και του πτωχού.  Ευφραινόταν κάθε ημέραν λαμπρώς ο πλούσιος.  Έτρωγε και έπινε και ντυνόταν.  Κι ο Λάζαρος ηλκωμένος. Αλλά το μέλλον,δεν είναι το παρόν, είναι το μέλλον. 
Και εμείς να μην επιδιώκουμε αυτόν τον πλούτον, υπάρχει ένας άλλος πλούτος, πνευματικός πλούτος.  Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης, υπάρχει ο πλούτος της Βασιλείας του Θεού.  Λέει κάπου το Ευαγγέλιο αν βρει κάποιος ένα διαμάντι, πουλάει λέει όλη την περιουσία του για να πάει να αποκτήσει αυτό το διαμάντι.  Υπάρχει λοιπόν το διαμάντι της Βασιλείας του Θεού, η Βασιλεία του Θεού είναι το διαμάντι.  Πρέπει να τα πουλήσουμε όλα για να αποκτήσουμε το μέλλον μας, να κάνουμε επένδυση πνευματικά στο μέλλον μας.  Και πολλές φορές λέω ,και το ξαναλέω και τώρα, ότι οι χριστιανοί και οι ασκηταί και οι μοναχοί δεν είναι ανόητοι. Έτσι τους θεωρούν οι άλλοι.  Οι μοναχοί και οι ασκηταί που τα περιφρονούν όλα τα πλούτη και τα λοιπά και πηγαίνουν να ασκητέψουν είναι οι μόνοι έξυπνοι, είναι οι μεγαλέμποροι, είναι αυτοί οι οποίοι θεωρούν ότι όλα αυτά εδώ είναι σκουπίδια περαστικά, και είναι όλα περαστικά, κι επιλέγουν τον πνευματικό πλούτο, τον πλούτο της χάριτος του Θεού, της Βασιλείας του Θεού, τον οποίον μακάρι να χαρίζει και σ’ όλους μας, όπως τον εχάρισε ο Θεός στους αγίους και στο φτωχό Λάζαρο.

Αμήν           

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

 

ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑ ΔΑΝΙΗΛ ΣΙΣΟΕΒ +2009.




Τέλος, στο τελευταίο βιβλίο του «Οδηγίες για τούς αθάνατους, ή τί να κάνετε εάν τελικά πεθάνετε», υπάρχουν τα έξης λόγια: «Ό καλύτερος θάνατος για τον Χριστιανό, βεβαίως, είναι ό μαρτυρικός θάνατος για τον Σωτήρα Χριστό. Ουσιαστικά αυτός είναι ό καλύτερος θάνατος, ό όποιος είναι δυνατόν να τύχει σέ ένα άνθρωπο. Ορισμένοι στέλνανε τα συλλυπητήρια στην OPTINA μετά τη δολοφονία τριών μοναχών, άλλ’ όμως για έναν χριστιανό, αυτό στην ουσία είναι ή μέγιστη χαρά. Στην αρχαία Εκκλησία ποτέ δεν στέλνανε συλλυπητήρια όταν κάποτε δολοφονούσαν κάποιον. Τότε όλες οι εκκλησίες στέλνανε αμέσως τα συγχαρητήρια. Φανταστείτε, συγχαρητήρια για το γεγονός ότι έχουν ένα νέο προστάτη στον ουρανό! Ό μαρτυρικός θάνατος ξεπλένει όλες τις αμαρτίες, εκτός από την αίρεση και το σχίσμα...».



Πάρα πολλοί, ακόμη και μεταξύ εκείνων πού διαφωνούσαν μαζί του σέ ορισμένα θέματα, απορούσαν και θαύμαζαν το θάρρος του. Πρόσφατα, μετά την κηδεία, μου τηλεφώνησε ένας γνωστός ιερέας και είπε πώς είδε ένα βίντεο, όπου ό πατήρ Δανιήλ στέκεται μόνος του σέ μια αίθουσα, γεμάτη από μουσουλμάνους και από το βήμα με χαρά τούς μιλάει για τον Χριστό και έλεγε ότι το Ισλάμ πού απορρίπτει τον Θεάνθρωπο Χριστό, δεν μπορεί να είναι αληθινή θρησκεία. «Δεν χωράει στο μυαλό μου, μου έλεγε ό συνομιλητής μου. Τί καρδιά πρέπει να έχει κανείς, για να μπορεί να πάει έτσι και να σταθεί ανάμεσα τους και να μιλήσει».


Το βίντεο το όποιο είδε ό γνωστός μου έχει γυριστεί στην πρώτη συζήτηση με τούς μουσουλμάνους. Ορισμένοι Ορθόδοξοι ήταν δυσαρεστημένοι γιατί ό πατήρ Δανιήλ συμμετείχε σέ αυτές τις συζητήσεις, αλλά ή πρωτοβουλία δεν ανήκε σέ αυτόν, οι μουσουλμάνοι τον είχαν καλέσει δημοσίως, και πώς θα μπορούσε ό μάρτυρας του Χριστού να αρνηθεί να δώσει ομολογία για την πίστη του! Ή άρνησή του θα ήταν γι’ αυτούς ένα επιχείρημα στην προπαγάνδα τους, στην προπαγάνδα υπέρ του Ισλάμ.


Ό πατήρ Δανιήλ, μου έλεγε αργότερα ότι, ήταν σίγουρος ότι θα τον σκοτώσουν αμέσως μετά την πρώτη συζήτηση και την παραμονή της συνάντησης ένιωθε μεγάλο φόβο και ανησυχία. Εκείνη τη νύχτα είδε ένα όραμα. Είδε τον εαυτό του να στέκεται μπροστά σέ ένα λαβύρινθο χτισμένο από πέτρες, οι όποιες υπάρχουν στο βορρά. Και, περνώντας τούς κύκλους του λαβυρίνθου, ήρθε στο κέντρο, όπου βρισκόταν ένα θυσιαστήριο, πάνω στο όποιο βρισκόταν μόλις πρόσφατα βασανισμένο και σκοτωμένο θύμα. Και αυτός κατάλαβε, ότι αυτό - είναι το θυσιαστήριο του Σατανά, και ή θυσία είναι γι’ αυτόν. Τον πατέρα Δανιήλ κυρίευσε θυμός, και με το πόδι του, γκρέμισε τον βωμό.

 Την ίδια στιγμή φανερώθηκε ό ίδιος ό Σατανάς, σέ μορφή τζόκερ και με το καλπάκι του γελωτοποιού, όπως απεικονίζεται στην τράπουλα. Τα μάτια του ήτανε γεμάτα άγριο μίσος και επιτέθηκε στο πατέρα Δανιήλ. Ό ιερέας άρχισε να προσεύχεται: «Παναγία Θεοτόκε, προστάτευσέ με!» «Άγιε Νικόλα, βοήθα με!» καθώς και σέ άλλους 'Αγίους και τότε μπροστά στον πατέρα Δανιήλ σαν να υψώθηκε ένα αόρατο τοίχος, έτσι ώστε ό Σατανάς έπεφτε πάνω του, αλλά δεν μπορούσε να τον διαπεράσει και αναπηδούσε πίσω κάθε φορά. Βλέποντας αυτό, ό πατήρ επέτρεψε στον εαυτό του κάποιες μάταιες σκέψεις και την ίδια στιγμή ό Σατανάς έσπασε τον αόρατο τοίχο και τον έπιασε από το λαιμό.


Ό πατήρ Δανιήλ προσευχήθηκε: «Παναγία Θεοτόκε, συγχώρεσε με, έχω αμαρτήσει, σώσε με από αυτόν». Τότε ό Σατανάς εξαφανίστηκε και στον πατέρα Δανιήλ έλέχθη, για την επικείμενη συζήτηση: «Εσύ δεν θα χάσεις, άλλ’ ούτε θα κερδίσεις».



«Έτσι και έγινε», μου έλεγε ό πατέρας Δανιήλ και πρόσθεσε, ότι, μετά από αυτό το όραμα έπαψε εντελώς να φοβάται τούς μουσουλμάνους και τις απειλές τους, επειδή όταν έχεις δει τον ίδιο το Σατανά και την αδυναμία του ενώπιων του Θεού, τότε πλέον δεν μπορείς να εντυπωσιαστείς από τον οποιοδήποτε ανθρώπινο θυμό, ό όποιος πάντα υποχωρεί σέ σύγκριση με το θυμό του Σατανά.


πηγή:Νά λάμπεις σάν ἕνα ἀστέρι, ἱερομάρτυς Δανιήλ Σισόεβ,(+2009) ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ

ΠΗΓΗ trelogiannis.blogspot.com

O Πατριάρχης Άγιος Γρηγόριος ο Ε'



O Πατριάρχης Άγιος Γρηγόριος ο Ε'
ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
 Ο  ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ε’
 Η επιχειρηθείσα αλλοίωση της ιστορίας
1. Ο Σταυρός του Χριστού
Τον Σταυρό του Κυρίου προβάλλει σήμερα η Εκκλησία εις προσκύνησιν για να μας ενισχύσει στην πορεία προς το Πάσχα. Από την εξουθένωση και την καταισχύνη του Σταυρού επήγασε το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως. Συντρίβονται τα ανθρώπινα κριτήρια, οι ανθρώπινες εκτιμήσεις και αξιολογήσεις με το Σταυρό του Χριστού. ό,τι φαίνεται σκάνδαλο, μωρία και ανοησία και καταφρόνια αποδεικνύεται δύναμη, σοφία, αγιασμός και δόξα. Το ξύλο της ντροπής και της αισχύνης, πάνω στο οποίο άφηναν την τελευταία τους πνοή οι μεγαλύτεροι λησταί και κακούργοι, μεταβάλλεται σε σύμβολο και όργανο αγιασμού και δόξης. Μ’ αυτόν εκφράζουμε οι Χριστιανοί την πίστη μας σημειώνοντάς τον στο στήθος μας, αυτόν δίνουμε σαν φυλακτό στα αγαπημένα μας πρόσωπα, αυτός κοσμούσε και κοσμεί τα σκήπτρα των βασιλέων και τις μίτρες των αρχιερέων, αυτός θρονιάζεται στις κορυφές των ναών. Είναι το ακαταμάχητο όπλο εναντίον των αντιθέων δυνάμεων, η δόξα των αγίων της Εκκλησίας.
Σε όλα τα τοπικά εθνικά σύμβολα που είχαν διάφοροι αγωνισταί του 1821 ο Σταυρός ή ήταν κυριαρχικά μόνος ή απαραίτητο συμπλήρωμα κάθε σχετικής παραστάσεως. Και στο εθνικό σύμβολο που τελικώς επεκράτησε, στην γαλανόλευκη σημαία μας, επί δεκαετίες «λαμπύριζε στην ψηλή της κορυφή», κατά τον ποιητή, μέχρι που κάποια ατυχής έμπνευση επεχείρησε να τον καταβιβάσει, χωρίς να επικρατήσει όμως η ρύθμιση. Γιατί στις γενιές όλων των Ορθοδόξων το όραμα του θεμελιωτού της Ανατολικής Ελληνικής αυτοκρατορίας, του Μ. Κωνσταντίνου, που είδε στον ουρανό σχηματισμένο τον Τίμιο Σταυρό με την φράση «εν τούτω νίκα», έχει περάσει μέσα στα κύτταρα της εθνικής αυτοσυνειδησίας, έχει συνδεθή με τους μηχανισμούς του εθνικού συναγερμού σε περιόδους πολέμων. Στον Σταυρό και στην Εκκλησία καταφεύγει το Έθνος για να επιβιώσει και να κατατροπώσει τους εχθρούς του, από το Χριστό ζητά βοήθεια για τις νίκες εναντίον των βαρβάρων. «Σώσον Κύριε τον λαόν σου και ευλόγησον την κληρονομίαν σου, νίκας τοις βασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος και σον φυλάττων διά του Σταυρού σου πολίτευμα».
 
2. Ο σταυρός του πατριάρχου
Δεν πρόκειται όμως σήμερα να ασχοληθούμε με τη σημασία του Σταυρού στη ζωή της Εκκλησίας και του Έθνους. Αυτό γίνεται πολύ συχνά, διότι και οι σχετικές με το Σταυρό γιορτές είναι πολλές, αλλά και διότι το μυστήριο της σωτηρίας και της αναστάσεως είναι αδιάλυτα δεμένο με το Σταυρό και το Πάθος. επομένως για το Σταυρό του Χριστού γίνεται συχνά λόγος. Το εορτολόγιο της Εκκλησίας μας δίνει σήμερα μία σπάνια ευκαιρία να ασχοληθούμε, σύντομα βέβαια, με το σταυρό και τη δόξα του εθνομάρτυρος πατριάρχου Γρηγορίου του Ε’, του οποίου σήμερα, 10 Απριλίου, τιμά η Εκκλησία τον δι’ αγχόνης μαρτυρικό θάνατο. Ήταν και τότε 10 Απριλίου του 1821, πριν από 162 χρόνια, ημέρα Κυριακή του Πάσχα, το αιώνιο και καλύτερο για τον εθνομάρτυρα πατριάρχη Πάσχα. μετά τη μαρτυρική Μεγάλη Εβδομάδα που πέρασε εισήλθε με όργανο το σχοινί της αγχόνης και μετά από πολλούς ονειδισμούς και εμπτυσμούς, ως γνήσιος μαθητής του εσταυρωμένου Χριστού, στο ανέσπερο φως της θεϊκής βασιλείας, και τιμήθηκε από τον Ελληνισμό με πρωτοφανείς τιμές και δόξες, επάξιες του μαρτυρίου και της μεγάλης του προσφοράς. Και υπάρχει λόγος επιτακτικός που επιβάλλει να παρουσιασθούν ο σταυρός και η δόξα του εθνομάρτυρος πατριάρχου, λόγος που συνδέεται όχι μόνο με την εθνική μας φιλοτιμία και ταυτότητα, αλλά με την ίδια την ύπαρξη του Γένους μας, του ελλη­νορθοδόξου πολιτισμού μας.
 
3. Πότε εξαφανίζεται ένα έθνος;
Δύο είναι στην μακραίωνα εκτίμηση των ιστορικών του πολιτισμού τα στοιχεία που προαγγέλουν την επερχόμενη καταστροφή ενός έθνους. η έλλειψη ικανών ηγετών και η αποξένωση του λαού από τα ιερά και τα όσια της φυλής. Όταν παρατηρείται το ένα από τα δύο μόνον, υπάρχει ελπίς αποφυγής του αφανισμού. Εμπνευσμένοι ηγέται μπορούν και μόνοι τους, όταν δεν είναι απλοί δημαγωγοί, να εκφράσουν την εθνική αυτοσυνειδησία, να κλείσουν μέσα τους όλο το παρελθόν και να το ζωντανέψουν στις καρδιές ενός λαού που έχει ξεχάσει την ιστορία του, έχει ισοπεδώσει τα πνευματικά του ενδιαφέροντα με τη μέριμνα της καθημερινότητας, του γλεντιού και των απολαύσεων. Αυτό δεν έκαναν οι προφήται και οι κριταί του Ισραήλ με τον καυστικό και θαρραλέο τους λόγο, εναντίον των επιθυμιών και των θελήσεων των αρχόντων και του λαού; Αυτό δεν έκαναν οι μεγάλες και ηρωικές μορφές των αγίων και Πατέρων της Εκκλησίας και του Γένους, που σαν άλλοι προφήται οδήγησαν με δριμείς ελέγχους σε αυτοσυνειδησία και επίγνωση; Όταν πάλι ο λαός βρίσκεται σε σωστή πορεία, και οι άρχοντες τον παραπλανούν, γρήγορα τους απομονώνει και τους απορρίπτει, αναδεικνύοντας μέσα από τα σπλάχνα του νέους λαοπρόβλητους και ικανούς ηγέτας. Αλλοίμονο, όμως, αν συμβεί ηγεσία και λαός να βρεθούν σε καταστροφική για το Γένος πορεία. Τότε η σωτηρία από τον Θεό μόνο πρέπει να ελπίζεται.
 
4. Το εικονοστάσι του Γένους ξηλώνεται από νέους εικονομάχους
Οι περισσότεροι σήμερα συμφωνούμε στη χώρα μας ότι κάτι επικίνδυνο κυοφορείται στο σώμα και πιο πολύ στο πνεύμα του πολιτισμού μας. Δεν γονιμοποιείται πλέον από υγιείς δυνάμεις ο πνευματικός μας βίος. ξέφραγο αμπέλι η παιδεία μας ταλανίζεται από εκθεμελιωτικές και καταστροφικές δυνάμεις. Υβρίζεται και παραχαράσσεται η εθνική μας ιστορία, σπιλώνονται και συκοφαντούνται μεγάλες μορφές, δεν διαβάζεται πια το συναξάρι του Γένους, στην ιερή μνήμη των προγόνων μας δεν τελούμε μνημόσυνα. Μία αδίστακτη εικονοκλαστική κίνηση κατεβάζει από το εικονοστάσι του Γένους τις τιμημένες μορφές μαρτύρων και ηρώων. Βεβηλώνονται οι μνήμες των διδασκάλων. και αυτή η ιεροσυλία και τυμβωρυχία είναι πιο βδελυρές από τις βεβηλώσεις των τάφων, γιατί προσβάλλουν και εξευτελίζουν το πνεύμα τους, μα και γιατί δεν γίνονται από αλλοεθνείς, αλλά από ομοθρήσκους γενιτσάρους. Και όλα αυτά δεν συμβαίνουν μακρυά μας. καθημερινά τα συναντούμε σε πολλές εφημερίδες και σε φθηνές εκδόσεις βιβλίων που κατακλύζουν τα βιβλιοπωλεία. Μπαίνουν, χωρίς την άδειά μας, στα σχολικά των παιδιών μας βιβλία, αλλά χωρίς ντροπή και μέσα στα σπίτια μας με την τηλεόραση, παραβιάζοντας την πανάρχαια ιερότητα της οικογενειακής εστίας, το οικογενειακό άσυλο. Και ανεχόμαστε όλους αυτούς τους βιαστάς και διαφθορείς της εθνικής μας μνήμης, της εθνικής μας ταυτότητος, των ιερών και οσίων της φυλής μας, χωρίς καμμία αντίδραση.

5. Θα ξαναζωντανέψει το κρυφό σχολειό
Ανεχόμαστε να υβρίζεται περισσότερο των άλλων η ιερή μνήμη του κορυφαίου πρωτομάρτυρος της Εκκλησίας και του Γένους στην εθνική εξέγερση του 1821, του πατριάρχου και εθνάρχου Γρηγορίου του Ε’. Επιχειρούν ασύστολα να πλήξουν στο πρόσωπό του την Εκκλησία, να μειώσουν την επίδρασή της, να την τοποθετήσουν, αν μπορέσουν, στο περιθώριο της πνευματικής και πολιτιστικής ζωής του έθνους, ώστε ανενόχλητοι να οικοδομήσουν τα δικά τους πολιτιστικά μοντέλα. Και είναι αυτή η μεθοδευμένη εναντίον της Εκκλησίας επίθεση απ’ όλους τους Κορδάτους, Κολλάτους, Καρατζαφέρηδες, Καρανικόλες και Σκαρίμπες η μεγαλύτερη απόδειξη ότι την φοβούνται και την υπολογίζουν σαν την μόνη ικανή, συγκροτημένη και οργανωμένη, με αιώνων πείρα και θεϊκή ισχύ, δύναμη που μπορεί να σταθεί εμπόδιο στα σχέδιά τους. Να καλέσει το λαό σε επαγρύπνηση, να ανοίξει διάπλατα τις πόρτες της, για να καταφύγει εκεί μέσα πάλι των ελεύθερων πολιτικά Ελλήνων το δουλωμένο πνεύμα, να ξαναλειτουργήσει τα κρυφά σχολειά, για να αποδείξει στην πράξη στους ανιστόρητους ιστορικούς ότι δεν είναι θρύλος και παραμύθι το κρυφό σχολειό, όπως το παρουσιάζουν τελευταία, αλλά αναμφίβολη πραγματικότης, που την διέσωσε η λαϊκή συνείδηση στο τραγούδι «Φεγγαράκι μου λαμπρό, φέγγε μου να περπατώ, να πηγαίνω στο σχολειό κ.τ.λ.», την έψαλε ο ποιητής μας Ιωάννης Πολέμης στο θαυμάσιο ομώνυμο ποίημά του «Απ’ έξω μαυροφόρα απελπισιά...» και την απεικόνισε ο μεγάλος μας ζωγράφος Νικ. Γύζης, στη γνωστή παράσταση του Κρυφού Σχολειού, με τους μαθητές γύρω από τον δάσκαλο Καλόγηρο.
 
6. Από τον πολιτικό εκμηδενισμό στα πρόθυρα νέας αυτοκρατορίας
Ευγνώμονες όμως εμείς προσκυνηταί σήμερα της μνήμης του εθνομάρτυρος πατριάρχου Γρηγορίου του Ε’ ας παρακολουθήσουμε σε σύντομη εξιστόρηση το σταυρό και τη δόξα του, για να τονώσουμε τα αντισώματα απορρίψεως, απομονώσεως των διαστροφέων της ιστορίας μας.
Γεννημένος από φτωχική οικογένεια στη Δημητσάνα της Πελοποννήσου το 1746 κατόρθωσε λόγω της ευφυΐας του ο μικρός Γεώργιος Αγγελόπουλος, Γρηγόριος είναι το κληρικό του όνομα, να διακριθεί στα γράμματα και να υποστηριχθεί από την Εκκλησία. Φοιτά μετά από τη Δημητσάνα στα φημισμένα σχολεία της Σμύρνης, της οποίας σε λίγο θα γίνει μητροπολίτης. Το πέρασμά του από τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη θα συνδεθεί με ένα εκπαιδευτικό φούντωμα, με ίδρυση σχολείων, τυπογραφείων, συγγραφή διδακτικών βιβλίων, ενίσχυση δασκάλων και μαθητών, που δεν τολμούν ούτε οι αντικληρικό πνεύμα έχοντες Έλληνες διαφωτιστές του εξωτερικού να το αμφισβητήσουν1. Η προπαρασκευή και το ξέσπασμα της επαναστάσεως του 1821 βρίσκουν τον Γρηγόριο στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, επί κεφαλής όχι μόνον της Εκκλησίας αλλά και του Γένους, εκκλησιαστικό και πολιτικό συγχρόνως αρχηγό των Ορθοδόξων, εθνάρχη, υπεύθυνο νομικά απέναντι του κατακτητού για ο,τιδήποτε συνέβαινε μεταξύ των υποδούλων.
Κουβαλούσε ο Γρηγόριος στο μεγάλο και υπεύθυνο αυτό λειτούργημά του μακραίωνη παράδοση που τη θεμελίωσε ο πρώτος μετά την άλωση πατριάρχης Γεννάδιος Β’ Σχολάριος με τα προνόμια που του παρεχώρησε ο Μωάμεθ, από θαυμασμό προς τη σοφία και την ακτινοβολία του.
Προδομένο και τότε το Γένος, το 1453, από τους συμμάχους και αποκοιμισμένο από τους πολιτικούς του ηγέτας βρήκε στήριγμα και στέγη στην Εκκλησία, που το παρέλαβε κυριολεκτικά εκμηδενισμένο από τα χέρια των πολιτικών ηγετών, στο χείλος της αβύσσου και της καταστροφής2, του εγιάτρεψε τις πληγές και το κατέστησε πρώτη πνευματική και οικονομική δύναμη της μεγάλης Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που κατήντησε να κυβερνάται από τους ευφυείς και δραστήριους Έλληνες Φαναριώτες, οι οποίοι δεν διέφυγαν και αυτοί τη λασπολογία στρατευμένων ιστορικών3. Ο Ελληνισμός των χρόνων του Γρηγορίου ήταν ακμαιότερος υλικά και πνευματικά του σημερινού Ελληνισμού, ο οποίος για πρώτη φορά στην ιστορία του έχει συρρικνωθή γεωγραφικά στα όρια της μητροπολιτικής Ελλάδος, στη δυτική μόνο πλευρά του Αιγαίου πελάγους, πνευματικά δε είναι περισσότερο συρρικνωμένος, γιατί απομόνωσε και κατέστησε δυσχερή την τονωτική επίδραση της Εκκλησίας, ιδιαίτερα στις νέες γενιές.
Επισυμβαίνει μπροστά στα μάτια όλων μας ένας πνευματικός εξανδραποδισμός των νέων μας, μια μεθοδευμένη από ξένα κέντρα αποφάσεων εθνική απονεύρωση. Σε λίγο καιρό οι νέες γενιές θα νοιώθουν ξένες και αλλοτριωμένες από τα ιδανικά που πυρπολούσαν μέχρι τώρα τους Έλληνες και εξασφάλιζαν την εθνική τους επιβίωση. Ελπίζουμε ότι θα συνέλθουν γρήγορα η πολιτική ηγεσία και οι πολυπραγμονούντες λόγιοι, και δεν θα χρειασθεί αυτοί μεν ακινδύνως να πάρουν το δρόμο προς τη Δύση, όπως έκαναν και τότε πριν και μετά την άλωση, να πληρώσουν δε τα λάθη ο λαός και η εκκλησιαστική ηγεσία, η οποία πάντοτε μένει κοντά στο ποίμνιό της και πρώτη γεύεται τα μαρτύρια και το σταυρό.
 
7. Οι αποτυχίες προηγουμένων κινημάτων επιβάλλουν φρόνηση
Έχοντας λοιπόν την ευθύνη για τη ζωή και την ύπαρξη του Γένους ο πατριάρχης Γρηγόριος αντιμετώπισε με σπάνια σύνεση και παραδειγματικό ηρωισμό το ξέσπασμα της επαναστάσεως κατ’ αρχήν μεν στην Μολδοβλαχία με ηγέτη τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, κατόπιν δε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Πελοπόννησο, όπου μάλιστα ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, που ευλόγησε τους οπλαρχηγούς και το λάβαρο του αγώνος στην Αγία Λαύρα, ήταν ιδικός του προστατευόμενος και συγγενής.
Όπως ήταν φυσικό οι Τούρκοι ανησύχησαν με τις επαναστατικές αυτές κινήσεις. Πολύ περισσότερο μάλιστα, γιατί η παρουσία του Υψηλάντη ερμηνευόταν ως προστασία και υποκίνηση του κινήματος από τη Ρωσία. Διεδόθη ότι πρόκειται για γενικό ξεσηκωμό των Ρωμηών στον οποίο μετείχε επίσημα και η ηγεσία, ο πατριάρχης, πράγμα που επέτρεπε στον σουλτάνο να διατάξει γενική σφαγή των Χριστιανών. Ο πατριάρχης αναμέτρησε τις ευθύνες του για τον άοπλο πληθυσμό, που θα αφηνόταν ανυπεράσπιστος στην εκδικητική μανία του όχλου και των Γενιτσάρων. Είχαν καταγραφή άλλωστε στην εθνική μνήμη οι φοβερές σφαγές που ακολούθησαν μετά από αποτυχόντα προηγούμενα κινήματα, του Διονυσίου του Φιλοσόφου π.χ. στη Θεσσαλία, και πιο πρόσφατα στα Ορλωφικά στην Πελοπόννησο.
Στο πρώτο μάλιστα ο λαός με δημοτικό τραγούδι επέρριψε, κατά κάποιο τρόπο, την ευθύνη για τον άκαιρο ξεσηκωμό στο δεσπότη, στον μητροπολίτη Λαρίσης Διονύσιο Φιλόσοφο ή Σκυλόσοφο, που τόλμησε στις αρχές του 17ου αιώνος να ξεσηκώσει τους σκλάβους στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο:
 
Δεσπότη μου τί σήκωσες τον κόσμο στο σεφέρι
και ρήμαξαν τα Γιάνενα και ρήμαξεν ο τόπος,
μείναν τα σπίτια αδειανά, γέμισαν τα χαντάκια
κι’ ο Τούρκος δεν απόσωσε να κόβη και να καίη;
Εδώ αρπάζουν κόρακες κι' εκεί οι Γιαουντήδες.
Δεν έχ’ η μάννα πια παιδιά και τα παιδιά γονέους.
Κι’ εσένα το τομάρι σου το στείλανε στην Πόλη,
να τρών’ οι κόττες πίττουρα να νταβουλάν οι γύφτοι,
για να ξυπνάη η Τουρκιά να κάνη ραμαζάνι.
 
8. Δεν μοιάζει με τη Γαλλική η Ελληνική Επανάσταση
Δεν ήταν η πρώτη φορά το 1821 που ξεσηκωνόταν το σκλαβωμένο Γένος, αλλά μία από τις πολλές. Αποδεικνύει και αυτό εναντίον των απόψεων των σημερινών διαστροφέων της ιστορίας μας ότι οι Έλληνες δεν περίμεναν τη Γαλλική Επανάσταση, για να διδαχθούν και να εμπνευσθούν από τις αρχές της. Η επανάσταση του 1821, αποκορύφωμα σε σειρά παρομοίων εξεγέρσεων, δεν έχει σχέση με τη Γαλλική Επανάσταση. Εκεί επρόκειτο περί εμφυλίου πολέμου με κοινωνικές και πολιτικές διεκδικήσεις, ενώ εδώ περί κοινού εθνικού αγώνος των αρχόντων, του κλήρου και του λαού εναντίον ξένου και αλλοθρήσκου κατακτητού.
Η Γαλλική Επανάσταση εμπνευσμένη από τις αρχές του αθεϊστικού Διαφωτισμού ήταν αντιχριστιανική και φανατικά αντικληρική. Εκατοντάδες κληρικών και μοναχών πέρασαν από την γκιλοτίνα με την κατηγορία ότι ήσαν δήθεν μοναρχικοί, βασιλικοί4. Αντίθετα η Ελληνική Επανάσταση, όπως το βεβαιώνουν στις απλοϊκές τους γραφές οι πρωταγωνισταί του αγώνος, οι στρατηγοί Κολοκοτρώνης και Μακρυγιάννης, αλλά και τα πολεμικά συνθήματα, είχε σαν κίνητρο πρώτα τη θρησκευτική ελευθερία, τη θρησκεία, και κατόπιν την εθνική απελευθέρωση, την πατρίδα: «Για του Χριστού την πίστη την αγία, για της πατρίδος την ελευθερία»5.
Στις τάξεις των πρωτεργατών στα διάφορα κινήματα τα πιο επίλεκτα στελέχη οι κληρικοί, όπως ο Διονύσιος Φιλόσοφος, και στη συνέχεια ο παπα-Βλαχάβας, ο Παπαφλέσσας, ο Αθανάσιος Διάκος, ο καλόγερος Σαμουήλ στο Κούγκι, ο ηγούμενος με τους καλογήρους στο Αρκάδι της Κρήτης αργότερα6. Άφηναν συχνά το αγιοπότηρο, για να πιάσουν το καριοφίλι που είναι αγιασμένο στη συνείδηση του λαού. Είναι χαρακτηριστικό επί του προκειμένου αυτό που διασώζει ο ποιητής Ι. Πολέμης σαν απάντηση κάποιας γιαγιάς προς τον εγγονό της, που απορούσε γιατί την έβλεπε κάθε βράδυ μετά τον εσπερινό, μαζύ με τα εικονίσματα να θυμιατίζει και το καριοφίλι. Δεν αμφιβάλλουμε ότι θα βρεθούν οι γνωστοί «Ειρηνιστές», που σίγουρα δεν έχουν μεγαλύτερη ωριμότητα από του μικρού εγγονού, να κατακρίνουν την εκκλησία που συντηρούσε την εθνική συνείδηση και εξαγίαζε την εξέγερση εναντίον των αλλοθρήσκων. Η απάντηση της ώριμης γερόντισας, είναι απάντηση της γηραιάς ελληνικής ιστορίας στους ανώριμους μελετητάς της:
Το καριοφίλι που θωρείς
ψηλά στον τοίχο να σκουριάζη,
παιδάκι μου, μην απορείς,
αγιολιβάνι του ταιριάζει.
γιατί χωρίς αυτό, χωρίς-
χωρίς το φλογερό του στόμα
θάμαστε σκλάβοι σκλάβοι ακόμα.
 
9. Απειλείται γενική σφαγή, ιερός πόλεμος. Ο πατριάρχης αρνείται να φύγει
Ας επανέλθουμε όμως στον εθνομάρτυρα πατριάρχη. Πληροφορήθηκε ότι ο σουλτάνος έδωσε εντολή εις τον σεϊχούλ-ισλάμην, τον Τούρκον δηλαδή πρωθιερέα, να εκδώσει φετφά, το σχετικό δηλαδή έγγραφο, με το οποίο θα εκηρύσσετο ιερός πόλεμος εναντίον των Ελλήνων, των ραγιάδων που τόλμησαν να σηκώσουν κεφάλι. Η σφαγή κρεμόταν πάνω από τα κεφάλια του αμάχου πληθυσμού. Θα ημπορούσε κάλλιστα ο πατριάρχης να φύγει και να σωθεί, όπως του συνιστούσαν πολλοί από τους άρχοντας και οι ξένες πρεσβείες, που πάντοτε είναι καλά ενημερωμένες. Η απάντησή του είναι το αντάξιο, το κατάλληλο προοίμιο, στις ένδοξες σελίδες ιστορίας που σε λίγο θα γραφόταν με το μαρτυρικό του θάνατο:
Μη με προτρέπετε εις φυγήν. μάχαιρα θα διέλθη τας ρύμας της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών. Υμείς επιθυμείτε, εγώ μετημφιεσμένος να καταφύγω εις πλοίον, ήτοι κλεισθείς εν οικία οιουδήποτε ευεργετικού ημίν πρέσβεως να ακούω, πώς εις τας οδούς οι δήμιοι κατακρεουργούν τον χηρεύσαντα λαόν! Ουχί. Εγώ διά τούτο είμαι πατριάρχης, όπως σώσω το έθνος μου, ουχί δε όπως δι’ εμού απολεσθή διά των χειρών των Γενιτσάρων. Ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέραν ωφέλειαν από την ζωήν μου. Οι ξένοι Χριστιανοί ηγεμόνες, εκπλαγέντες εκ της αδικίας του θανάτου μου, δεν θα θεωρήσωσιν αδιαφόρως, πώς η πίστις αυτών εξυβρίσθη εν τω προσώπω μου. Οι δε Έλληνες, οι άνδρες της μάχης θα μάχωνται μετά μεγαλυτέρας μανίας, όπερ συχνάκις δωρείται την νίκην. εις τούτο είμαι πεπεισμένος. Βλέπετε μεθ' υπομονής εις ό,τι και αν μοι συμβή. Σήμερον (Κυριακήν των Βαΐων) θα φάγωμεν ιχθύας, αλλά μετά τινας ημέρας, και ίσως κατά ταύτην την εβδομάδα, ιχθύες θα μας φάγωσι... Ναι, ας μη γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δεν θα ανεχθώ ώστε εις τας οδούς της Οδησσού, της Κερκύρας και της Αγκώνος, διερχόμενον εν μέσω των αγυιών, να με δακτυλοδεικτούσι λέγοντες. Ιδού έρχεται ο φονεύς πατριάρχης. Αν δε το έθνος μας σωθή και θριαμβεύση, τότε πέποιθα, θα μοι αποδώση θυμίαμα επαίνου και τιμών, διότι εξεπλήρωσα το χρέος μου.
Δεν έφυγε λοιπόν ο ηρωικός πατριάρχης και αρνήθηκε την προσφορά των ξένων να τον φυγαδεύσουν ή να τον κρύψουν. Έμεινε ορθός να αντιμετωπίσει παλληκαρίσια την κατάσταση. να δώσει, ως καλός ποιμήν, τη ζωή του υπέρ του ποιμνίου, να προστατεύσει τον λαό από τη σφαγή. Επισκέπτεται τον σεϊχούλ-ισλάμην και του υπενθυμίζει με παρρησία τα προνόμια που παρεχώρησε ο πορθητής. Εκείνος ζητά κάποια επίσημη διαβεβαίωση περί του ότι δεν συμμετέχει όλο το έθνος εις το κίνημα. Ο Τούρκος πρωθιερεύς, δίκαιος και φιλάνθρωπος, παίζει ο ίδιος με τη ζωή του, ψάχνοντας να βρει τρόπο να βοηθήσει τους Χριστιανούς και να μην εκδώσει τα έγγραφα που θα κήρυσσαν ιερό πόλεμο. Συσκέπτεται ο πατριάρχης με τους προκρίτους και τους αρχιερείς και δεν δυσκολεύεται να αποφασίσει. εκδίδει τον γνωστό αφορισμό της επαναστάσεως, βέβαιος ων ότι αυτό δεν θα είχε καμμία επίπτωση στον αγώνα, διότι θα καταλάβαιναν οι ηγέται της επαναστάσεως ότι ο αφορισμός είναι εικονικός, ότι έγινε μετά από πίεση και βία, μόνο και μόνο για να αποφευχθεί η γενική σφαγή.
 
 
10. Ο αφορισμός της Επαναστάσεως ήταν εικονικός. Η άρση του αφορισμού
Αυτός λοιπόν ο εικονικός της επαναστάσεως αφορισμός είναι το μεγάλο επιχείρημα των σημερινών στρατευμένων πολεμίων της Εκκλησίας καιτά του Γρηγορίου. Όλοι εκατάλαβαν ότι επρόκειτο περί διπλωματικού φαναριωτικού ελιγμού. ότι ο πατριάρχης άλλα επίστευε και άλλα έγραφε. Όλοι εκατάλαβαν και καταλαβαίνουν, εκτός εκείνων που οι δογματικές αντιεκκλησιαστικές θέσεις της ιδεολογίας των τους εμποδίζουν να σκέφτονται ελεύθερα. Εκατάλαβε αμέσως ο Αλέξανδρος Υψηλάντης και δεν έλαβε καθόλου ύπ’ όψιν τον αφορισμό, όπως φαίνεται από όσα έγραφε στις 19 Ιανουαρίου προς τον Κολοκοτρώνη και προς τους Σουλιώτες:
Ο μεν πατριάρχης βιαζόμενος παρά της Πόρτας σας στέλλει αφοριστικά και εξάρχους παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρτα, εσείς όμως να τα θεωρήτε ταύτα ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ θελήσεως του πατριάρχου.
Και δεν ήταν καθόλου δύσκολο να καταλάβει όχι μόνον ο Υψηλάντης, ο έμπειρος διπλωμάτης, αλλά και ο οποιοσδήποτε, ο πλέον αγράμματος, διότι ήδη είχε περάσει στη λαϊκή σοφία η τακτική αυτή των κληρικών, όπως φαίνεται από την παροιμία:
Πίσκοπος κρεμάμενος, έγραφε κι απόγραφε.
Υπάρχουν άλλωστε και άλλα στοιχεία που αποδεικνύουν τον εικονικό χαρακτήρα του αφορισμού, μπροστά στα οποία κλείνουν τα μάτια, σαν τη στρουθοκάμηλο, οι μαρξισταί ιστορικοί Κορδάτος, Σκαρίμπας, Καρανικόλας.
Σε άρθρο που δημοσίευσε ο αείμνηστος καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Περικλής Βιζουκίδης με θέμα «Η Εκκλησία και ο ιερός αγών» αποκαλύπτει ότι υπέγραφαν μεν ο πατριάρχης και οι συνοδικοί το αφοριστικό έγγραφο, «διότι ευρίσκοντο προ του φοβερού διλήμματος ή να αποδοκιμάσωσι και αφορίσωσι έργον άγιον και ιερόν εις ο και αυτοί ήσαν μεμυημένοι και συνεργάται ή να απολέσωσι όχι εαυτούς, άπαγε, περί αυτών ουδείς λόγος, ως το απέδειξαν ολίγον βραδύτερον, αλλά το ταλαίπωρον έθνος, εναντίον του οποίου θα εστρέφετο, ως ηπείλει, η σουλτανική οργή και λύσσα».   Στη συνέχεια δε κατά τον καθηγητή Βιζουκίδη, την ίδια νύκτα μετά την υπογραφή του αφορισμού, ο πατριάρχης μαζύ με τους δώδεκα συνοδικούς αρχιερείς κατέβηκαν στον πατριαρχικό ναό και σε ειδική μυστική τελετή, εν μέσω λυγμών και δακρύων έλυσαν και ακύρωσαν τον αφορισμό «επευλογούντες νοερώς τα όπλα των υπέρ πίστεως και Πατρίδος αγωνιζομένων αδελφών»7.
Υπάρχει επίσης επιστολή του ιδίου του πατριάρχου Γρηγορίου προς το δραστήριο μέλος της φιλικής Εταιρείας, τον επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα, στην οποία του συνιστά να τηρεί απέναντι του τυράννου την διπλωματική αυτή τακτική. Το κείμενο της επιστολής, όπου φαίνεται επίσης ότι ο πατριάρχης ετέλει εν γνώσει των προετοιμασιών διά την εξέγερση έχει ως εξής:
Αμφοτέρας τας τιμίας επιστολάς, διά του αγαθού πατριώτου Φούντα Γαλαξειδιώτου, ασφαλώς εδεξάμην και τους εν αυταίς τιμίους σου λόγους έγνων. Εχεμυθίας, αδελφέ, μεγίστη χρεία και προφύλαξις περί παν διάβημα. οι γαρ χρόνοι πονηροί εισι και εν τοις φιλοπατριώταις έστι και μοχθηρών ζύμη, αφ’ ης ως από ψωραλέου προβάτου φυλάττεσθε. Κακόν γαρ πολλοί μηχανώνται διά το της φιλοπλουτίας έγκλημα. Διό την αγαθήν εξελέξω μερίδα κοινολογών μοι, εμπιστευμένοις πατριώταις, τα εχε­μυθίας δεόμενα. Οι Γαλαξειδιώται, ους επιστέλλεις μοι συνεχώς, πεφροντισμένως ενεργούσι, και αφ’ ων έγνων αδύνατον αντί παντός τιμίου ουδ’ ελάχιστον λόγον έρκος οδόντων φυγείν. ου μόνον τα σα, αλλά και τα των εν Μωρέα αδελφών γράμματα κομίζουσί μοι. Η του Παπανδρέα πράξις πατριωτική μεν τοις γινώσκουσι τα μύχια, κατακρίνουσι δε οι μη ειδότες τον άνδρα. Κρύφα υπερασπίζου αυτόν εν φανερώ δε άγνοιαν υποκρίνου, έστι δε ότε και επίκρινε τοις θεοσεβέσιν αδελφοίς και αλλοφύλοις. Ιδία πράυνον τον Βεζύρην λόγοις και υποσχέσεσιν αλλά μη παραδοθήτω εις λέοντος στόμα. Άσπασον συν ταις εμαίς ευχαίς τους ανδρείους αδελφούς, προτρέπων εις κρυψίνοιαν διά τον φόβον των Ιουδαίων. Ανδρωθήτωσαν ώσπερ λέοντες και η ευλογία του Κυρίου κρατυνεί αυτούς εγγύς δε έστι του Σωτήρος το Πάσχα. Αι ευχαί της εμής μετριότητος επί της κεφαλής σου αδελφέ μου Ησαΐα. Γεώργει ακαμάτως και όλβια γεώργια δώσει σοι ο Πανύψιστος.
Καλύτερα όμως από κάθε άλλον τον εικονικό και παραπλανητικό χαρακτήρα του αφοριστικού εγγράφου αντε­λήφθη η Υψηλή Πύλη, η οποία εκτός του ότι εξόρισε και τελικώς εφόνευσε τον ατυχή πρωθιερέα των Τούρκων, διότι επίστευσε τους απίστους ραγιάδες, οδήγησε τελικώς μετά από πολλά μαρτύρια πολλούς αρχιερείς στον θάνατο, κορυφαίο δε και πρώτο μεταξύ αυτών τον πατριάρχη Γρηγόριο, αμέσως μετά τη λειτουργία του Πάσχα, στις 10 Απριλίου του 1821. Απηγχονίσθη στη μεσαία πύλη της εισόδου του Πατριαρχείου. Επάνω στο στήθος «ην η αιτία αυτού γεγραμμένη», κρεμάσθηκε το εκτενές καταδικαστικό έγγραφο, ο γιαφτάς, που και μόνο αρκεί να συντρίψει σε χίλια κομμάτια τις γραφίδες των στρατευμένων διαστροφέων της ιστορίας μας. Μεταξύ άλλων έγραφε και τα εξής:
Ο άπιστος πατριάρχης των Ελλήνων αδύνατον να θεωρηθή αλλότριος των στάσεων του έθνους του... Αλλ’ εξ αιτίας της διαφθοράς της καρδίας του όχι μόνο δεν ειδοποίησεν, ουδ’ επαίδευσε τους απατηθέντας, αλλά καθ’ όλα τα φαινόμενα ήτο και ο ίδιος αυτός, ως αρχηγός, μυστικός συμμέτοχος της επαναστάσεως. Είμεθα πληροφορημένοι ότι εγεννήθη ο ίδιος εν Πελοποννήσω και ότι είναι συνένοχος όλων των αταξιών, όσας οι αποπλανηθέντες ραγιάδες έπραξαν κατά την επαρχίαν των Καλαβρύτων. Ούτος λοιπόν είναι αίτιος του παντελούς αφανισμού τον οποίον μέλλουν διά της θείας βοηθείας να πάθωσιν οι αποπλανηθέντες ραγιάδες. Επειδή δε εβεβαιώθημεν πανταχόθεν περί της προδοσίας του όχι μόνον εις βλάβην της Υψηλής Πύλης, αλλά και εις όλεθρον του ιδίου έθνους του, ανάγκη ήτο να λείψη ο άνθρωπος ούτος από του προσώπου της γης και διά τούτο εκρεμάσθη προς σωφρονισμόν των άλλων.
 
11. Ο απαγχονισμός του Πατριάρχου επιδρά ευνοϊκά στον αγώνα
Η σύγχυση και το μίσος του σουλτάνου τον οδήγησαν στην πράξη του απαγχονισμού του πατριάρχου, που έφερε ευνοϊκά για τον αγώνα αποτελέσματα, όπως άλλωστε είχε προβλέψει προφητικά ο ηρωικός εθνομάρτυς. Η επίσημη Ευρώπη, που εκυριαρχείτο από τον μισελληνισμό του Μέττερνιχ και της Ιεράς Συμμαχίας, αρχίζει για πρώτη φορά να βλέπει με συμπάθεια το ελληνικό ζήτημα. ο φιλελληνισμός φουντώνει. Οι Έλληνες αντί να καμ­φθούν και να σωφρονισθούν, ξεσηκώθηκαν και αγρίεψαν περισσότερο ζητώντας εκδίκηση, γιατί στο πρόσωπο του πατριάρχου θεώρησαν ότι ατιμάζεται και περιφρονείται το Γένος. Όπως γράφει ο Τερτσέτης «εις την κόψιν του ελληνικού σπαθιού ήτο γραμμένον το όνομα του πατριάρχου και εθέριζε». Αυτό δε το πάθος της ιεράς εκδικήσεως απέδωσε θαυμάσια ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, όταν το 1872, μπροστά στον νεότευκτο ανδριάντα του Γρηγορίου, στα προπύλαια του Πανεπιστημίου, στον ίδιο ανδριάντα τον οποίον σήμερα ασεβείς και αγνώμονες απόγονοι, κάτω από μία παράξενη ανοχή, σπάζουν, μουντζουρώνουν και υβρίζουν, απήγγειλε μέσα σε νεκρική από τη συγκίνηση σιγή, παρουσία της κυβερνήσεως, του κλήρου και του λαού, το θαυμάσιο, το αριστουργηματικό εκείνο ποίημα8:
 
Πώς μας θωρείς ακίνητος, που τρέχει ο λογισμός σου
Τα φτερωτά σου όνειρα, γιατί στο μέτωπό σου
να μη φυτρώνουν, γέροντα, τόσες χρυσές ελπίδες
όσες μας δίδει η όψις σου παρηγοριές κι’ ελπίδες;
Τώρα σε βλέπει γίγαντα, πατέρα, η θάλασσά σου.
Το λείψανό σου το φτωχό, το ποδοπατημένο
τ’ ανάστησε η αγάπη μας, κι’ εδώ μαρμαρωμένο

θα στέκη
ολόρθο, ακλόνητο και αιώνια θε να ζήση

νάναι φοβέρα αδιάκοπη σ’ ανατολή και δύση.
Στο μοναδικό λοιπόν αυτό και συγκλονιστικό ποιητικό αριστούργημα, που δείχνει περισσότερο από κάθε άλλο στοιχείο τον σεβασμό του έθνους προς τον ηρωικό πατριάρχη και κάνει έτσι να φαίνεται πιο απαίσια η σημερινή ασέβεια των παρασυρμένων νέων μας, που έφθασαν μέχρι του σημείου να σπάσουν από τον ανδριάντα μέρος της ράβδου, παρουσιάζει ο ποιητής ένα κυνηγημένο πουλί, προφανώς τον δικέφαλο αετό, σαν έκφραση του Γένους, να σκοτεινιάζει τον ουρανό με τα φτερά του,
Και με φωνή που ξέσχιζε σκληρά τα σωθικά του
εφώναξε και εμούγκρισε. Χτυπάτε, Πολεμάρχοι,

απ’ άκρη σ’ άκρη
ο χαλασμός. Κρεμούν τον πατριάρχη.
Η ίδια ιερή μανία να εκδικηθεί το Γένος τον άδικο και προσβλητικό θάνατο του πατριάρχου εκφράζεται και από τον εθνικό μας ποιητή, τον Διονύσιο Σολωμό, στον εθνικό μας ύμνο, τον οποίον τουλάχιστον έπρεπε να μη τολμούν να ψάλλουν οι υβρισταί της μνήμης του:
Όλοι κλαύστε. αποθαμένος
ο αρχηγός
της Εκκλησιάς,

κλαύστε, κλαύστε. κρεμασμένος
ωσάν νάτανε φονιάς
Έχει ολάνοικτο το στόμα
π’ ώρες πρώτα είχε γευθή
τ’ Άγιον Αίμα, τ’ Άγιον Σώμα
λες πως δε θα ξαναβγή
η κατάρα που είχε αφήσει
λίγο πριν αδικηθή
εις οποίον δεν πολεμήσει
και ημπορεί να πολεμή.
Την ακούω, βροντάει, δεν παύει
εις το πέλαγος, εις την γη
και μουγκρίζοντας ανάβει
την αιώνια αστραπή.
Και δεν ήταν δυνατόν να γίνει άλλως, παρά να αποδώσουν οι δύο εθνικοί μας ποιηταί το εμπεδωμένο στη συνείδηση του λαού υψηλό αίσθημα εκτιμήσεως της θυσίας του πατριάρχου, το οποίο περιέργως παρασιωπούν οι δήθεν εν ονόματι του λαού αγωνιζόμενοι, σε άλλους όμως κυρίους δουλεύοντες κονδυλοφόροι.
 
12. Οι τιμές της Ρωσίας και της Ελλάδος προς το λείψανο του πατριάρχου
Μετά τον απαγχονισμό επί τρεις ημέρες έμεινε το άγιο σκήνωμα του εθνομάρτυρος στα χέρια του αγρίου όχλου και των Εβραίων, μέχρις ότου στις 13 Απριλίου το έρριξαν στη θάλασσα του Κερατίου κόλπου. Το Σάββατο του Θωμά, 16 Απριλίου, ανέλπιστα προσκολλήθηκε στο πλοίο του εκ Κεφαλληνίας Νικ. Σκλάβου και μέσα στη γενική του πληρώματος συγκίνηση μεταφέρθηκε στην Οδησσό. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει η θαυμαστή ιστορία της αποδόσεως πρωτοφανών στο λείψανο του πατριάρχου τιμών. Ο Γρηγόριος ξεφεύγει πλέον από τα πλαίσια των ανθρωπίνων νόμων, της ανθρωπίνης εκτιμήσεως, και εισάγεται από την πρόνοια του Θεού στα άγια των αγίων του Γένους. Αντί των χλευασμών και της καταφρόνιας που εδοκίμασε ζων, απολαμβάνει τώρα νεκρός τις τιμές που του άξιζαν.
Συνεγείρεται η Οδησσός στο άκουσμα ότι έρχεται το λείψανο του πατριάρχου. Η αυτοκρατορική Ορθόδοξη Ρωσία σε συμφωνία με το λαϊκό αίσθημα οργάνωσε την υποδοχή και ετίμησε το λείψανο, όπως ταίριαζε στον οικουμενικό της Ορθοδοξίας πατριάρχη. Στην Οδησσό εξεφώνησε δύο θαυμασίους προς τον πατριάρχη λόγους, επικήδειο και μετά ένα χρόνο επιμνημόσυνο, ο μεγάλος ρήτωρ και διδάσκαλος του Γένους Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων9. Ο πρώτος αρχίζει ως εξής:
Έμελλες άρα, Παναγιώτατε Πατριάρχα Γρηγόριε, αφ’ ου μοι έδωκας πολλάς πολλών λόγων υποθέσεις και αφορμάς, έμελλες τέλος να κινήσης την ασθενή μου γλώσσαν και εις επιτάφιον λόγον σου.
Πενήντα χρόνια αργότερα, το ελεύθερο πλέον ελληνικό κράτος ενέκρινε με απόφαση της Βουλής αίτημα του μητροπολίτου Αθηνών Θεοφίλου, το 1871, να μεταφερθούν από τη Ρωσία τα λείψανα του πατριάρχου στην ελεύθερη πατρίδα, διότι, όπως εγράφετο, «η εθνική ευγνωμοσύνη επιβάλλει ημίν το ιερόν καθήκον να εκπληρώσωμεν ήδη τον αγνόν και φυσικόν τούτον πόθον της αγίας εκείνης ψυχής»10.
Πολυμελής αντιπροσωπεία επιβιβασθείσα στο πλοίο «Βυζάντιον» έφθασε στην Οδησσό, όπου επί τη αναχωρήσει του λειψάνου επανελήφθησαν οι λαμπρές τελετές, που έλαβαν χώρα κατά την άφιξή του. Στην Αθήνα ήταν συγκινητική στο έπακρο και πάνδημη η υποδοχή. Είχαν φθάσει στον Πειραιά στις 14 Απριλίου του 1871. Οι βασιλείς, η ιερά σύνοδος, η κυβέρνηση, και πλήθη παραληρούντος λαού απέδωσαν τιμές και υποδέχθηκαν σε ελεύθερο έδαφος τον πρωτομάρτυρα της ελευθερίας, όπως προφητικά και πάλι είχε προβλέψει. Το λείψανο τοποθετήθηκε στον μητροπολιτικό ναό Αθηνών, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα, το επόμενο δε έτος επανελήφθησαν οι τιμητικές εκδηλώσεις, όταν έγινε η αποκάλυψη του ανδριάντος στα προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών, οπότε απήγγειλε, το συγκλονιστικό του ποίημα ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Έτσι όπως παρατηρεί στην εξαίρετη για τον πατριάρχη μονογραφία του ο Τάκης Κανδηλώρος:
Τον πατριάρχην εστέγασε νεκρόν η αγάπη συμπάσης της Ορθοδοξίας. τους εμπτυσμούς του σεπτού προσώπου του εκάθηρε το αίμα τόσων χιλιάδων Τούρκων, πεσόντων εν τω ελληνικώ αγώνι. Η πανελλήνιος Μούσα τω έψαλλε τόσα θούρια, μία μεγάλη αυτοκρατορία τω απένειμεν υπερόχους επι­κηδείους τιμάς, το δε ελεύθερον Ελληνικόν Κράτος τον υπεδέχθη και τον ενεθρόνισε εσαεί εις το άφθιτον Πάνθεον των ελληνικών καρδιών11.
Επιστέγασμα δε αυτής της τιμής ήταν η απόφαση της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία συνελθούσα στις 8 Απριλίου του 1921 εις έκτακτον συνεδρίαν αποφάσισε την ένταξη του Γρηγορίου εις το αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας12 με αφορμή τη συμπλήρωση εκατονταετίας από του μαρτυρικού του θανάτου, ενώ το ίδιο έτος ο σοφός καθηγητής Χρ. Ανδρούτσος εξεφώνησε θαυμάσιο πανηγυρικό που τον δημοσιεύσαμε στο ανθολόγιο του σχετικού με τον πατριάρχη έργου μας. Η πράξη της ιεράς συνόδου μεταξύ άλλων λέγει:
Ορθώς έγνω συνευδοκούντος και του συμπαρισταμένου κατ’ αυτήν πατριάρχου Αλεξανδρείας Φωτίου καθιερωθήναι από του νυν και επισήμως την έως τούδε αυθορμήτως αναφερομένην τιμήν τω αοιδίμω Αρχιεπισκόπω Κωνσταντινουπόλεως και Οικουμενικώ Πατριάρχη Γρηγορίω τω δι’ αγχόνης υπέρ Χριστού και του ποιμνίου μεμαρτυρηκότι τη ι’ Απριλίου του σωτηρίου έτους ,αωκα’ και συντετάχθαι του λοιπού το ιερόν αυτού όνομα εν ταις μνήμαις των κηρύκων, ευαγγελιστών, μαρτύρων, ομολογητών, εγκρατευτών, ιερομαρτύρων, ως αγίου εορταζομένου εν πάσι τοις ιεροίς ναοίς της ανά την Ελλάδα πάσαν Εκκλησίας αυτή δε τη ημέρα του μαρτυρίου, τη δεκάτη δήλον ότι Απριλίου παντός έτους, εις αιώνα τον άπαντα εις δόξαν του αγιάσαντος αυτόν ουρανίου της Εκκλησίας Νυμφίου, μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
 
Επίλογος
Οι υβρισταί και χλευασταί της ζωής και της μνήμης του αγίου πατριάρχου και άλλων μορφών της Εκκλησίας και του γένους δεν είναι πλέον εκ των ξένων και αλλοτρίων αλλά ιδικοί μας, ομόφυλοι και ομόθρησκοι. Η ευθύνη όλων μας είναι τώρα μεγαλυτέρα. Είναι τόση η διάβρωση, υπό το πρόσχημα μιας προοδευτικής και φωτισμένης και ανεξάρτητης δήθεν επιστήμης, ώστε, ενώ δεν είχε κοπάσει ακόμη ο απόηχος από τις εκδηλώσεις για τα 150 χρόνια από την εθνεγερσία, που οργανώθηκαν το 1971, βρέθηκε δυστυχώς καθηγητής Θεολογικής Σχολής, ο οποίος συνέγραψε δυσφημιστικόν και ασεβές έργο για τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε’13.
Ήσαν σπάνιοι παλαιότερα οι υβρισταί της Εκκλησίας και του κλήρου, τόσο δε αποκομμένοι από το κοινό αίσθημα, ώστε ούτε το όνομά τους τολμούσαν να θέσουν στις άκριτες και εμπαθείς συγγραφές τους. Η «Ελληνική Νομαρχία», ένα εμπαθές και αναξιόπιστο κείμενο, προβάλλεται τελευταία φορτικά από τα μέσα ενημερώσεως, ενώ αγνοούνται δεκάδες συγγραφών και απομνημονευμάτων των αγωνιστών του 21. Ένας λόγιος παλαιότερα, ο Ροΐδης, ετόλμησε να χλευάσει την Εκκλησία, εισέπραξε όμως την γενική του λαού και των λογίων κατακραυγή. Για τον εμποτισμένο από το πνεύμα της αρνήσεως λόγιο γράφει χαρακτηριστικά ο Σπ. Μελάς, στη Νεοελληνική του Λογοτεχνία (σ. 277):
«Ένας λαός, που μόλις έβγαινε από μια επανάσταση, που επιχείρησε με θρησκευτικό αίσθημα και την εκκλησία του επί κεφαλής, σωστό ραχοκόκκαλο του εθνικού σώματος, από κάθε άλλο είχε ανάγκη, παρά από τους σαρκασμούς και τις ειρωνείες του Ροΐδη κατά της θρησκείας και της Εκκλησίας».
Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να ευδοκιμήσουν η ύβρις, η αγνωμοσύνη και η προδοσία. Η δόξα του εθνομάρτυ­ρος Γρηγορίου, δόξα και τιμή του ίδιου του έθνους, πρέπει να προστατευθεί από τους λασπολόγους αρνητάς, γιατί έτσι προστατεύεται και η ιστορία. Είναι καιρός να αναστήσουμε την ιστορική αλήθεια, να αποκαταστήσουμε, μαζύ με τους θραυσμένους ανδριάντας, τις ιερές μνήμες των μεγάλων μορφών της εθνικής μας ιστορίας.
 
[1].   Βλ. σχετικώς τη μελέτη της Χριστίνας Μπουλάκη-Ζήση, που αναφέρεται σε ένα συνεργάτη του πατριάρχου στα εκπαιδευτικά προγράμματα, τον Ιλαρίωνα Σιναΐτη, και δίνει συγχρόνως μία γενική εικόνα της καταστάσεως για την παιδεία. Ο τίτλος της μελέτης είναι. Ιλαρίων Σιναΐτης, Μητροπολίτης Τυρνόβου. Η ζωή και το έργο αυτού, Θεσσαλονίκη 1983. Πολύ καλή εικόνα για τη συμβολή της Εκκλησίας και του Γρηγορίου Ε’ στην οργάνωση της Παιδείας του Γένους δίδει ο Μ. Γεδεών, Η πνευματική κίνησις του Γένους κατά τον ιη’ και ιθ' αιώνα, Αθήνα 1976. Απογοητευτική είναι η εικόνα που δίδει η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών, διότι στηρίζεται η ανάλυση στις απόψεις των «διαφωτιστών», των παλαιών και νέων οπαδών του Αδαμ. Κοραή. Γράφει ο Μ. Γεδεών (ενθ’ ανωτ., σελ. 292-223). «Την υπέρ των γραμμάτων και σχολείων φροντίδα και εποπτείαν ταύτην η Μ. Εκκλησία ήσκει ουχί συνιστώσα μόνον, ουχί την ίδρυσιν ευλογούσα, αλλά και παρακελευομένη προς σπουδήν των γραμμάτων και παρορμώσα προς επανίδρυσιν εκπαιδευτηρίου τινός υπό χρονικής επηρείας εις νάρκωσιν περιπεσόντος. Ούτως εφρόντισε περί της ανασυστάσεως της εν τω παρελθόντι αιώνι τοσούτον κλέος αραμένης αθωνιάδος ακαδημίας, τω μεν 1800 διά της εις Άγιον Όρος εξαρχικής αποστολής του επισκόπου Σταγών Παϊσίου του Θεσσαλού, προ πεντήκοντα δε σχεδόν ετών επί της πρώτης πατριαρχείας του αειμνήστου Γερμανού Δ’ του από Δέρκων, διά γραμμάτων ιδιωτικών και επισήμων. Διά τοιούτων εγκυκλίων ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ ο από Σμύρνης εν τε τη δευτέρα και τη τρίτη αυτού πατριαρχεία συνεβούλευε και προέτρεπε και προς ίδρυσιν εκπαιδευτηρίων, και προς ορθήν εκπαίδευσιν, νουθετών μετά της περί αυτόν ιεράς συνόδου, όπως αποφεύγωσιν οι μαθηταί και διδάσκαλοι τας τότε επιπολαζούσας ετεροδιδασκαλίας, αποτρέπων από της μακράς σπουδής επιστημών τίνων, ας εδίδασκον άνθρωποι, η σπουδάσαντες επιπολαίως εν τη Δύσει, ή παρασυρόμενοι υπό του διασυρίζοντος ηδέως πνεύματος της μεγάλης Γαλλικής Επαναστάσεως». Διά τον επιθυμούντα να μελετήση τα της Τουρκοκρατίας και της συμβολής του Οικουμενικού Πατριαρχείου απαραίτητες είναι οι πολλές αμερόληπτες ιστορικές μελέτες του Τ. Γριτσοπούλου.
2.   Ανάλυση κριτική για την ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας της τότε εποχής βλ. Θ. Ζήση, Γεννάδιος Β’ Σχολάριος, Βίος-συγγράμματα-διδασκαλία, Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 186 κ.ε.
3.   Περί των Φαναριωτών γράφει με θαυμασμό ο Επαμ. Σταματιάδης, Βιογραφίαι των Ελλήνων Μεγάλων Διερμηνέων του Οθωμανικού Κράτους, Αθήνα 1865, Θεσσαλονίκη 1973, υπό Π. Πουρναρά, σελ. 14-15. «Φαναριώται! όνομα προφερόμενον σήμερον παρά τινων αγνοούντων ή μη επισταμένως μελετησάντων την πάτριον ιστορίαν μετά φρίκης! Φαναριώται! όνομα θεωρούμενον σήμερον παρά πολλών ως συνώνυμον της χαμερπείας, ιταμότητος και πάσης κακοηθείας. Και όμως, αν ήμεθα δίκαιοι, οφείλομεν να θαυμάσωμεν τους μεγάλους εκείνους άνδρας, οίτινες ενώ όλη η Ελλάς εκοιμάτο τον βαρύν της δουλείας και απαιδευσίας ύπνον, μόνοι αντεπροσώπευον την ελληνικήν ευφυΐαν, εκράτουν εν τη παλάμη των την τύχην αχανούς αυτοκρατορίας, εκόλαζον τας κατά των ομογενών των αγρίας ορέξεις του φανατισμού και της βαρβαρότητος, εκαλλιέργησαν τας Μούσας διά τρόπου αξιοθαυμάστου, προσέφεραν δείγματα πατριωτισμού καταπληκτικού, και διά του αίματος αυτών εξηγίασαν βίον εθνικόν και αμώμητον. Ίσως και μεταξύ αυτών ευρέθησάν τινες έχοντες ελλείψεις (και τις άνθρωπος ο μη έχων τοιαύτας!) αλλ’ αι ελλείψεις αύται εξαφανίζονται εν τη πληθύι των αρετών, ουδέ δύναται να μη συνομολογήση τις ότι μέρος της εθνικής της υπάρξεως οφείλει η Ελλάς εις τους λεγομένους Φαναριώτας».
4.   Δημοσιεύθηκε πρόσφατα στον τύπο ότι ο πάπας Παύλος ο ΣΤ’ αποκατέστησε επί τέλους στη συνείδηση των Ρωμαιοκαθολικών τα θύματα της Γαλλικής Επαναστάσεως, ανακηρύσσοντας σε οσίους και μάρτυρες πολλούς κληρικούς και μοναχούς που σφαγιάσθηκαν από τους επαναστάτες.
Συμπληρώνοντας σήμερα (2002) τα όσα τότε (1983) γράφαμε για τη Γαλλική Επανάσταση παραθέτουμε όσα γράφει ο Russel Le­wis σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στη Wall Street Journal επ’ ευκαιρία της 14ης Ιουλίου, επετείου της Γαλλικής Επαναστάσεως.
Το άρθρο είχε τίτλο «Δεν υπάρχει τίποτε να γιορτάσουμε την ημέρα της κατάληψης της Βαστίλλης». Αναδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Το Βήμα», Κυριακή 14 Ιουλίου 2002. Καταλήγει με τα εξής: «Πολιτικά το κύριο δημιούργημα της Επανάστασης ήταν ένα κράτος πολύ πιο απολυταρχικό από αυτό του Λουδοβίκου ΙΔ’. Οι αγρότες πραγματικά απηλλάγησαν από τις φεουδαρχικές οφειλές και τη δεκάτη και πολλοί από αυτούς έγιναν κύριοι της γης τους, έχασαν όμως και τα φεουδαρχικά δικαιώματά τους στο σιτηρέσιο και στον θερισμό. Οι πλουσιώτεροι αγρότες και οι κερδοσκόποι κέρδισαν, οι πιο φτωχοί αγρότες έγιναν φτωχότεροι από ποτέ. Και βέβαια όλες οι τάξεις υπέφεραν εξίσου με τις επιστρατεύσεις, που πήραν τους γιους τους για να μη γυρίσουν ποτέ πίσω ή για να γυρίσουν ανάπηροι. Αυτό ήταν ένα βάρος πολύ πιο τυραννικό από τα όσα είχε επιβάλει το σήμερα διασυρόμενο παλαιό καθεστώς και αναπαρήχθη από πολλά κράτη, επιταχύνοντας έτσι τον κατήφορο στον καθολικό πόλεμο. Η απεχθέστερη κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης δεν ήταν ωστόσο αυτή. ήταν η αντίληψη ότι τα δύσκολα πολιτικά προβλήματα λύνονται καλύτερα διά της βίας. Στη χειρότερη μορφή της είναι η θεωρία ότι μια ενάρετη ή πεφωτισμένη ελίτ έχει το δικαίωμα -για το καλό του λαού- να επιβάλλει τις απόψεις της με την τρομοκρατία. Είναι μια κληρονομιά για την οποία μετανιώνουμε όλοι σήμερα. Καλή επέτειο!»
5.   Είναι κατηγορηματικός για το θέμα αυτό ο γέρος του Μωρηά στο λόγο του προς τους φοιτητάς πάνω στην Πνύκα και είναι απορίας άξιο πώς ξεπερνούν τη γνώμη του όσοι θέλουν την Ελληνική Επανάσταση επηρεασμένη από τη Γαλλική, ταξικό και κοινωνικό κίνημα των πτωχών εναντίον των κοτζαμπάσηδων και των δεσποτάδων. Λέγει ο Κολοκοτρώνης. «Η επανάστασις η ιδική μας δεν ομοιάζει με καμμιάν απ’ όσας γίνονται την σήμερον εις την Ευρώπην. Της Ευρώπης αι επαναστάσεις εναντίον των διοικήσεών των είναι εμφύλιος πόλεμος. Ο εδικός μας πόλεμος ήταν ο πλέον δίκαιος. ήταν έθνος με άλλο έθνος, ήταν με ένα λαόν όπου ποτέ δεν ηθέλησε να αναγνωρισθή ως τοιούτος ούτε να ορκισθή παρά μόνο ό,τι έκανε η βία. Ούτε ο σουλτάνος ηθέλησε ποτέ να θεωρήση τον ελληνικόν λαόν, αλλ’ ως σκλάβους... Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την επανάσταση δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πώς δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε "πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα" αλλ’ ως μία βροχή έπεσε εις όλους η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπετανέοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την επανάστασι». Και ο στρατηγός Μακρυγιάννης διηγείται απλοϊκά γιατί αποφάσισε να αναμειχθεί στον αγώνα με τη μύησή του στη Φιλική Εταιρεία. Όχι βέβαια για να κάνει κοινωνικό και ταξικό αγώνα. Αλλ’ ας ακούσουμε τον ίδιο, να διηγείται πώς τον εμύησε στην Εταιρεία ο φίλος του ιερεύς. «Κατεβάζει τις εικόνες και μ’ ορκίζει και αρχινάγει να με βάλη εις το μυστήριον... Πήγα στοχάστηκα και τάβαλα όλα ομπρός και σκοτωμόν και κιντύνους και αγώνες -θα τα πάθω δια την λευτερίαν της πατρίδος μου και της θρησκείας μου. Πήγα και του είπα. "Είμαι άξιος". Του φίλησα το χέρι, ορκίστηκα.. Και η ευχή του παπά του ευλογημένου και της πατρίδος μου και θρησκείας μου, ως την σήμερον δεν μ' άφησε ο Θεός να ντροπιαστώ. Τράβηξα δεινά, πληγές και κιντύνους, όμως είμαι καλά σαν θέλει ο Θεός...». Και μετά από αυτό είναι απορίας αλλά και δακρύων άξιον πώς βρίσκονται εκπαιδευτικοί, οι οποίοι στο επίσημο δελτίο της ΟΛΜΕ (Μάρτης 1983) σε κύριο άρθρο με τίτλο «25 Μαρτίου 1821: εθνική λαϊκή εξέγερση» διαστρέφουν το νόημα της επαναστάσεως λέγοντας ότι «το αίτημα για εθνική ανεξαρτησία και ολοκλήρωση συνδυαζόταν στενά με το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη και αποκατάσταση των πλατιών λαϊκών μαζών, με πρωτοπορία την εξεγερμένη αγροτιά, που κύριος στόχος της ήταν η αναδιανομή της γης, τους βιοτέχνες και τους μικρεμπόρους. Εμπόδιο στα αιτήματα αυτά ήταν όχι μόνο η Τουρκική κυριαρχία, αλλά και τα ντόπια φεουδαρχικά δεσμά των κοτζαμπάσηδων, που αντιστρατεύονται οποιαδήποτε κοινωνική εξέλιξη που θα έθετε σε κίνδυνο τα προνόμιά τους. Οι κοτσαμπάσηδες και ο ανώτερος κλήρος στην πλειοψηφία τους είτε σύρθηκαν στην επανάσταση, γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά μπροστά στο γενικό ξεσηκωμό, είτε προσχώρησαν υστερόβουλα αποβλέποντας σε μια νέα μορφή κυριαρχίας πάνω στον επαναστατημένο λαό». Πώς θα αναλύσουν στα παιδιά τα κείμενα του Κολοκοτρώνη και του Μακρυγιάννη και όλες τις επίσημες διακηρύξεις του αγώνος; Ας παρουσιάσουν ένα κείμενο που να λέγει για εμφύλιο πόλεμο, για ταξικό αγώνα, για πάλη των τάξεων, για αντικληρικό πνεύμα.
6.   Από το μοναστήρι, από τον ηγούμενο μαθαίνει ο λαός το μυστικό του ξεσηκωμού, όπως τραγουδά ο ίδιος σε δημοτικό τραγούδι. Στόχος δεν είναι να διώξουν τους Κοτζαμπάσηδες και τους δεσποτάδες, αλλά τον αλλόθρησκο και αλλοεθνή κατακτητή:
Κρυφά το λένε τα πουλιά, κρυφά το λεν τ’ αηδόνια
κρυφά το λέει ο Γούμενος από την Άγια Λαύρα.
Παιδιά για μεταλάβετε, για ξεμολογηθήτε,
δεν είν’ ο περσινός καιρός κι ο φετεινός χειμώνας,
μας ήρθ’ η άνοιξη πικρή, το καλοκαίρι μαύρο,
γιατί σηκώθη πόλεμος και πολεμούν τους Τούρκους.
Να διώξουμ’ όλη την Τουρκιά ή να χαθούμε ούλοι.
7. Περικλή Βιζουκίδη, καθηγητού Παν/μίου Θεσ/νίκης, «Η Εκκλησία και ο ιερός άγων», εν Γρηγόριος Παλαμάς 21 (1937) 141-143.
8.   Ολόκληρο το ποίημα δημοσιεύεται στο ανθολόγιο των κειμένων στο μνημονευθέν έργο μας.
9.   Τα κείμενα δημοσιεύονται στο ανθολόγιο του μνημονευθέντος έργου μας.
10. Βλέπε το κείμενο στο ανθολόγιο.
11. Το Κανδηλώρου, ένθ’ ανωτ., σελ. 247-248.
12. Ολόκληρον το κείμενο της συναριθμήσεως του Γρηγορίου μετά των αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, βλ. στο ανθολόγιο κειμένων του προαναφερθέντος έργου μας. Πολύ συγκροτημένο είναι το αγιολογικό άρθρο του Μπεκατώρου, στην Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, όπου βρίσκει κανείς τις σχετικές πληροφορίες.
13. Πρόκειται περί του έργου του καθηγητού του Θεολογικού Τμήματος της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Νικολάου Ζαχαροπούλου, Γρηγόριος Ε’. Σαφής έκφρασις της εκκλησιαστικής πολιτικής επί Τουρκοκρατίας, Θεσσαλονίκη 1974. Εις το τέλος του προαναφερθέντος έργου μας μεταξύ των κειμένων δημοσιεύομε συντριπτική κριτική του γνωστού Ιστορικού Τ. Γριτσοπούλου, για το απαράδεκτο πράγματι αυτό βιβλίο ενός καθηγητού Θεολογικής Σχολής, που τολμά να εξευτελίζει εθνομάρτυρες και αγίους της Εκκλησίας. Δημοσιεύονται επίσης όσα είπεν ο γράφων (Θ. Ζήσης) στη συνεδρία της Θεολογικής Σχολής κατά τη διαδικασία εκλογής και δείγματα γραφής του Ν. Ζαχαροπούλου. Βλ. Ανθολόγιο. Δημοσιεύονται επίσης όσα είπε στη συνεδρία της Θεολογικής Σχολής κατά τη διαδικασία εκλογής του Ν. Ζαχαροπούλου ως καθηγητού της Θεολογικής Σχολής ο εκ των εισηγητών σεβασμιώτατος μητροπολίτης Τυρολόης και Σερεντίου Παντελεήμων Ροδόπουλος.
“ΙΕΡΑΡΧΕΣ ΕΘΝΑΡΧΕΣ”
ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ
ΚΑΘ. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ
Εκδόσεις Βρυέννιος ΠΗΓΗ www.impantokratoros.gr