Σάββατο 10 Μαΐου 2014

11 Μα­ΐ­ου 2014 - Κυ­ρια­κὴ Δ΄ τοῦ Πα­ρα­λύ­του
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 18
Κυ­ρια­κὴ Δ΄ τοῦ Πα­ρα­λύ­του
11 Μα­ΐ­ου 2014
Ἰ­ω­άν­νου ε΄, 1-15

Χρι­στὸς Ἀ­νέ­στη! 

Τρι­αν­τα­ο­κτὼ ὁ­λό­κλη­ρα χρό­νια ὁ πα­ρά­λυ­τος τοῦ ση­με­ρι­νοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου ἐ­τα­λαι­πω­ρεῖ­το καὶ περ­νοῦ­σε τὴν δι­κή του δο­κι­μα­σί­α. Ἴ­σως δι­ά­νυ­σε τὸ με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος τῆς ζω­ῆς του κά­τω ἀ­πὸ τὴ στο­ὰ τῆς θαυ­μα­τουρ­γι­κῆς κο­λυμ­βή­θρας τοῦ Σι­λω­άμ. Μά­ται­α ὅ­μως πε­ρί­με­νε ἕ­ναν ἄν­θρω­πο ποὺ θὰ τὸν συμ­πο­νοῦ­σε καὶ θὰ τὸν βο­η­θοῦ­σε νὰ μπεῖ στὴν κο­λυμ­βή­θρα μό­λις θὰ τα­ρασ­σό­ταν τὸ ὕ­δωρ.

Τὴ στιγ­μὴ ποὺ θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ εἶ­χε χά­σει κά­θε ἐλ­πί­δα ὁ πα­ρα­λυ­τι­κός τῆς πε­ρι­κο­πῆς μας, ἡ πα­ρου­σί­α τοῦ Κυ­ρί­ου ἀ­πο­βαί­νει καὶ πά­λι σω­τή­ρια. Ὁ μό­νος Φι­λάν­θρω­πος, ὁ Κύ­ριος καὶ Θε­ός μας, ποὺ κα­τὰ και­ροὺς ἔ­στελ­λε ἐ­κεῖ τὸν ἄγ­γε­λό του γιὰ νὰ τα­ράσ­σει τὸ νε­ρό, ὥ­στε ὁ πρῶ­τος ποὺ θὰ ἐ­ρί­πτε­το σὲ αὐ­τὸ νὰ γί­νε­ται ἀ­μέ­σως ὑ­γι­ής, ἦλ­θε τώ­ρα ὁ ἴ­διος. Ἀ­πευ­θύ­νε­ται στὸν πα­ρά­λυ­το καὶ τοῦ λέ­ει: «Θέ­λεις ὑ­γι­ὴς γε­νέ­σθαι;» Ὁ Κύ­ριος ἔ­κα­νε τὴν ἐ­ρώ­τη­ση αὐ­τή, ὄ­χι βέ­βαι­α για­τί ἀμ­φέ­βαλ­λε γιὰ τὴν ἐ­πι­θυ­μί­α τοῦ πα­ρα­λύ­του, ἀλ­λὰ γιὰ νὰ τὸν προ­βλη­μα­τί­σει καὶ νὰ μπο­ρέ­σει νὰ δι­εισ­δύ­σει βα­θύ­τε­ρα στὴν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα τῆς σω­τη­ρί­ας του. Ὁ πα­ρά­λυ­τος δὲν ἀ­πήν­τη­σε εὐ­θέ­ως στὴν ἐ­ρώ­τη­ση, ἀλ­λὰ ἐμ­μέ­σως ἐ­ξέ­φρα­σε καὶ τὸ πα­ρά­πο­νο ποὺ τὸν δι­α­κα­τεῖ­χε: «Κύ­ρι­ε, ἄν­θρω­πον οὐκ ἔ­χω, ἵ­να ὅ­ταν τα­ρα­χθῇ τὸ ὕ­δωρ, βά­λῃ μὲ εἰς τὴν κο­λυμ­βή­θραν, ἐ­ν ᾧ δὲ ἔρ­χο­μαι ἐ­γὼ, ἄλ­λος πρὸ ἐ­μοῦ κα­τα­βαί­νει». Ὁ Κύ­ριος ἔ­δω­σε ἀ­μέ­σως τὴν ὑ­γεί­α στὸν πα­ρα­λυ­τι­κὸ καὶ τοῦ συ­νέ­στη­σε νὰ πά­ρει στὸν ὦ­μο του τὸ κρε­βά­τι του καὶ νὰ περ­πα­τᾶ πλέ­ον ὑ­γι­ής. «Έ­γει­ρε, ἄ­ρον τὸν κρά­βα­τόν σου καὶ πε­ρι­πά­τει». Τὸ θαῦ­μα εἶ­χε γί­νει. Ὁ μέ­χρι ἐ­κεί­νη τὴ στιγ­μὴ πα­ρά­λυ­τος ἔ­γι­νε ὑ­γι­ής. Πῆ­ρε στὸν ὦ­μο του τὸ κρε­βά­τι πά­νω στὸ ὁ­ποῖ­ο τό­σα χρό­νια ἦ­ταν κα­τά­κει­τος.

Τὸ πα­ρά­πο­νο τοῦ πα­ρα­λυ­τι­κοῦ ποὺ με­τα­φρά­ζε­ται στὸ «ἄν­θρω­πον οὐκ ἔ­χω», μπο­ρεῖ νὰ ἐ­πα­να­λαμ­βά­νε­ται καὶ σή­με­ρα. Αὐ­τὸ δη­μι­ουρ­γεῖ καὶ τὸ δι­κό μας χρέ­ος καὶ τὴν ὑ­πο­χρέ­ω­ση νὰ συμ­πα­ρα­στε­κό­μα­στε μὲ κά­θε τρό­πο καὶ νὰ ἐκ­φρά­ζο­με τὴν ἐν Χρι­στῷ ἀ­γά­πη μας σὲ κά­θε πο­νε­μέ­νο συ­νάν­θρω­πό μας. Ὁ πό­νος καὶ ἡ θλί­ψη ἀλ­λὰ καὶ ἡ κά­θε δο­κι­μα­σί­α πα­ρου­σι­ά­ζον­ται στὴ ζω­ή μας καὶ λει­τουρ­γοῦν ὡς πρό­κλη­ση γιὰ νὰ στε­κό­μα­στε δί­πλα ἀ­πὸ τὸν κά­θε συ­νάν­θρω­πο ποὺ μᾶς ἔ­χει ἀ­νάγ­κη. Ἀ­κό­μα, σή­με­ρα ὑ­πάρ­χουν πά­ρα πολ­λοὶ «πα­ρα­λυ­τι­κοὶ» ποὺ δὲν χρει­ά­ζον­ται μό­νο ὑ­λι­κὴ ἢ σω­μα­τι­κὴ βο­ή­θεια ἀλ­λὰ κυ­ρί­ως πνευ­μα­τι­κή. Ἄλ­λω­στε ἡ θε­ρα­πεί­α ποὺ πρό­σφε­ρε ὁ Χρι­στὸς μὲ τὰ δι­ά­φο­ρα θαύ­μα­τα ποὺ ἐ­πι­τε­λοῦ­σε δὲν ἀ­φο­ροῦ­σε μό­νο τὸ σῶ­μα ἀλ­λὰ καὶ τὴν ψυ­χή, τὴν ἀ­παλ­λα­γὴ δη­λα­δὴ ἀ­πὸ τὴν ἁ­μαρ­τί­α καὶ τὶς συ­νέ­πει­ές της. Στὴν ἐ­πο­χὴ μας ἰ­δι­αί­τε­ρα, ποὺ δι­α­πι­στώ­νου­με νὰ ὑ­πάρ­χει μί­α πνευ­μα­τι­κὴ ἀ­γο­νί­α καὶ ἐ­ρη­μί­α, σ’ ἕ­ναν κό­σμο φο­βε­ρὰ χρε­ω­κο­πη­μέ­νο σὲ ἀ­ρε­τὲς καὶ ἀ­ξί­ες, ἀ­νοί­γει μπρο­στὰ μας ὁ δρό­μος γιὰ νὰ βο­η­θή­σου­με συ­να­θρώ­πους μας ποὺ βρί­σκον­ται βυ­θι­σμέ­νοι στὸ σκο­τά­δι τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, ὥ­στε νὰ βροῦν τὸν δρό­μο τους καὶ νὰ φθά­σουν κον­τὰ στὸ Χρι­στό. Τὸν Μό­νο ποὺ μπο­ρεῖ νὰ μᾶς θε­ρα­πεύ­σει ἀ­πὸ κά­θε ἀ­σθέ­νεια ἀλ­λὰ καὶ ἀ­πὸ κά­θε μορ­φὴ κα­κοῦ. Νὰ τοὺς βο­η­θή­σου­με νὰ ἐν­τα­χθοῦν στὴν Ἐκ­κλη­σί­α καὶ νὰ γί­νουν ζων­τα­νὰ μέ­λῃ τοῦ Σώ­μα­τος τοῦ Χρι­στοῦ, ὥ­στε μέ­σα ἀ­πὸ τὰ Μυ­στή­ρια νὰ βι­ώ­νουν τὴ Χά­ρη Του.

Ἀ­γα­πη­τοὶ μου ἀ­δελ­φοί, τὸ πα­ρά­πο­νο τοῦ πα­ρα­λυ­τι­κοῦ «ἄν­θρω­πον οὐκ ἔ­χω», ἀ­πο­τυ­πώ­νει μί­α πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ποὺ τό­σο ζων­τα­νὰ βι­ώ­νου­με καὶ στὴ δι­κή μας ἐ­πο­χή. Ἂς πλη­σι­ά­σου­με λοι­πὸν τὸν κά­θε συ­νάν­θρω­πό μας ποὺ θὰ πρέ­πει νὰ βλέ­που­με στὸ πρό­σω­πό του τὴν εἰ­κό­να τοῦ Θε­οῦ καὶ νὰ γί­νο­με πλη­σί­ον του σύμ­φω­να μὲ τὴ γνω­στὴ πα­ρα­βο­λὴ τοῦ Κα­λοῦ Σα­μα­ρεί­τη. Μὲ αὐ­τὸ τὸν τρό­πο μέ­σα ἀ­πὸ μί­α κοι­νω­νί­α ἀ­γά­πης μπο­ροῦ­με νὰ ἐ­να­πο­θέ­του­με ὁ­λό­κλη­ρο τὸν ἑ­αυ­τό μας μὲ ἐμ­πι­στο­σύ­νη στὴν ἀ­γά­πη τοῦ Κυ­ρί­ου μας, ὁ ὁ­ποῖ­ος εἶ­ναι ὁ μό­νος ποὺ μπο­ρεῖ νὰ μᾶς θε­ρα­πεύ­ει καὶ σω­μα­τι­κὰ καὶ ψυ­χι­κά. Ἀ­μήν.
ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου