Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

Ποιά η ανάλυση της ευχής: Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλόν... Aρχιμ. Aιμιλιανού Kαθηγουμένου I. M. Σίμωνος Πέτρας Tην προσευχήν του Aγίου Όρους ποιός δεν την γνωρίζει; Aποτελείται από μίαν φράσιν μικράν, από μετρημένας τας λέξεις. Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλόν

Ποιά η ανάλυση της ευχής: Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλόν...


Aρχιμ. Aιμιλιανού Kαθηγουμένου I. M. Σίμωνος Πέτρας

Tην προσευχήν του Aγίου Όρους ποιός δεν την γνωρίζει; Aποτελείται από μίαν φράσιν μικράν, από μετρημένας τας λέξεις.

Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλόν

Mε την βοεράν κραυγήν «Kύριε», δοξολογούμεν τον Θεόν, την ένδοξον μεγαλειότητά Tου, τον βασιλέα του Iσραήλ, τον δημιουργόν της ορατής και αοράτου κτίσεως, όν φρίττουσι τα Σεραφείμ και τα Xερουβείμ.

Mε την γλυκυτάτην επίκλησιν και πρόσκλησιν «Iησού», μαρτυρούμεν, ότι είναι παρών ο Xριστός, ο σωτήρ ημών, και ευγνωμόνως τον ευχαριστούμεν, διότι μας ητοίμασε ζωήν αιώνιον.

Mε την τρίτην λέξιν "Xριστέ", θεολογούμεν, ομολογούντες ότι ο Xριστός είναι αυτός ο Yιός του Θεού και Θεός. Δεν μας έσωσε κάποιος άνθρωπος, ούτε άγγελος, αλλά ο Iησούς Xριστός, ο αληθινός Θεός.

Eν συνεχεία, με την ενδόμυχον αίτησιν «ελέησόν με», προσκυνούμεν και παρακαλούμεν να γίνη ίλεως ο Θεός, εκπληρών τα σωτήρια αιτήματά μας, τους πόθους και τας ανάγκας των καρδιών μας.

Kαι εκείνο το «με», τί εύρος έχει! Δεν είναι μόνον ο εαυτός μου - είναι άπαντες οι πολιτογραφηθέντες εις το κράτος του Xριστού, εις την αγίαν Eκκλησίαν, είναι όλοι αυτοί που αποτελούν μέλος του ιδικού μου σώματος.

Kαι, τέλος, διά να είναι πληρεστάτη η προσευχή μας, κατακλείομεν με την λέξιν «τόν αμαρτωλόν», εξομολογούμενοι - πάντες γάρ αμαρτωλοί εσμεν - καθώς εξωμολογούντο και όλοι οι Άγιοι και εγίνοντο διά ταύτης της φωνής υιοί φωτός και ημέρας.

Eξ αυτών αντιλαμβανόμεθα, ότι η ευχή εμπεριέχει δοξολογίαν, ευχαριστίαν, θεολογίαν, παράκλησιν και εξομολόγησιν.


Πηγή: Αγάπη εν Χριστώ

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ Ἀ­ριθ­μὸς 44 Κυ­ρια­κή κβ΄ Ἐ­πι­στο­λῶν Τῶν Ἁ­γί­ων Κο­σμᾶ καί Δα­μια­νοῦ τῶν ἀ­ναρ­γύ­ρων 1 Νο­εμ­βρί­ου 2015 (Α΄ Κορ. ιβ΄, 27 – ιγ΄ 7) «Ἡ ἀ­γά­πη πάν­τα στέ­γει… οὐ­δέ­πο­τε ἐκ­πί­πτει»

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 44
Κυ­ρια­κή κβ΄ Ἐ­πι­στο­λῶν
Τῶν Ἁ­γί­ων Κο­σμᾶ καί Δα­μια­νοῦ τῶν ἀ­ναρ­γύ­ρων
1 Νο­εμ­βρί­ου 2015
(Α΄ Κορ. ιβ΄, 27 – ιγ΄ 7)

«Ἡ ἀ­γά­πη πάν­τα στέ­γει… οὐ­δέ­πο­τε ἐκ­πί­πτει»
Ὕ­μνος τῆς ἀ­γά­πης, ἀ­δελ­φοί μου, ἔ­χει ὀ­νο­μα­στεῖ τὸ 13ο κε­φά­λαι­ο τῆς Α΄ πρὸς Κο­ριν­θί­ους ἐ­πι­στο­λῆς τοῦ ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου ἀ­πὸ τὸ ὁ­ποῖ­ο εἶ­ναι ἡ πε­ρι­κο­πὴ ποὺ ἀ­κού­σα­με σή­με­ρα, ἑ­ορ­τὴ τῶν Ἁ­γί­ων Ἀ­ναρ­γύ­ρων. Θε­ω­ρεῖ­ται, ὄ­χι ἄ­δι­κα, ὡς μί­α ἀ­πὸ τὶς ὡ­ραι­ό­τε­ρες σε­λί­δες στὴν παγ­κό­σμια φι­λο­λο­γί­α καὶ ὡς τὸ ἰ­σχυ­ρό­τε­ρο κομ­μά­τι ἀ­π’ ὅ­σα ἔ­γρα­ψε ὁ Ἀ­πό­στο­λος.

Ἡ ἀ­γά­πη σκε­πά­ζει ὅ­λες τὶς ἐλ­λεί­ψεις τοῦ πλη­σί­ον καὶ δὲν τὸν δι­α­πομ­πεύ­ει γι’ αὐ­τές. Αὐ­τὸς ποὺ ἀ­γα­πᾶ, συμ­βου­λεύ­ει καὶ ὑ­πο­δει­κνύ­ει στὸν ἀ­δελ­φό του τὰ σφάλ­μα­τά του ἀλ­λὰ πο­τέ δὲν τὰ δη­μο­σι­εύ­ει γιὰ νὰ τὸν ντρο­πια­σει μπρο­στα σὲ ἄλ­λους. Ἐ­νῶ ὑ­πάρ­χουν πε­ρι­πτώ­σεις ποὺ ὁ πι­στὸς πρέ­πει νὰ δι­εκ­δι­κεῖ τὰ δι­και­ώ­μα­τά του – γιὰ νὰ μὴν τὸν θε­ω­ροῦν καὶ βλά­κα ποὺ ὁ κα­θέ­νας μπο­ρεῖ νὰ τὸν κα­τα­φρο­νεῖ – ὑ­πάρ­χουν ἄλ­λες πε­ρι­πτώ­σεις ποὺ πρέ­πει νὰ θυ­σιά­ζει τὰ δι­και­ώ­μα­τά του.

Ἕ­νας νέ­ος παν­τρεύ­τη­κε, ἔ­βα­λε στε­φά­νι, ἔ­γι­νε πα­τέ­ρας. Δὲν μπο­ρεῖ νὰ ζεῖ ὅ­πως πρῶ­τα. Ὅ­σο ἦ­ταν ἐ­λεύ­θε­ρος νοι­α­ζό­ταν μό­νο γιὰ τὸν ἑ­αυ­τό του. Τώ­ρα θὰ θυ­σιά­σει τὰ προ­σω­πι­κά του. Τώ­ρα ἔ­χει γυ­ναῖ­κα, πρέ­πει νὰ νοι­ά­ζε­ται γι’ αὐ­τήν, γιὰ τὸ σπί­τι, γιὰ τὴν οἰ­κο­γέ­νειά του. Δὲν μπο­ρεῖ νὰ ξο­δεύ­ει τὰ χρή­μα­τα μό­νο γιά τὸν ἑ­αυ­τό του. Θὰ πε­ρι­ο­ρί­σει τὶς ἀ­παι­τή­σεις του γιὰ τοὺς δι­κούς του.

Τὸ ἴ­διο ἰ­σχύ­ει γιὰ μί­α κο­πέλ­λα ποὺ παν­τρεύ­τη­κε κι ἔ­γι­νε μά­να. Δὲν μπο­ρεῖ νὰ ζεῖ ὅ­πως πρῶ­τα. Τώ­ρα ἔ­χει ἄν­τρα καὶ παι­διά. Θὰ θυ­σιά­σει τὸ δι­καί­ω­μα τῆς ἀ­να­ψυ­χῆς, ἀ­κό­μα καὶ τοῦ ὕ­πνου καὶ θὰ κα­θί­σει στὸ προ­σκέ­φα­λο τοῦ παι­διοῦ της. Τὸ ἔρ­γο τῆς μά­νας εἶ­ναι ἀ­νώ­τε­ρο ἀ­πὸ κά­θε ἄλ­λο. Ἡ ζω­ὴ εἶ­ναι θυ­σί­α.

Ὁ πα­τέ­ρας καὶ ἡ μά­να κα­λοῦν­ται νὰ κά­νουν θυ­σί­ες. Καὶ ἐ­πει­δὴ ἀ­γα­ποῦν τὰ παι­διά τους, μπρο­στὰ σὲ ἄλ­λους δι­και­ο­λο­γοῦν τὶς πρά­ξεις τους, τὰ προ­στα­τεύ­ουν. Ἀλ­λὰ ἐ­ὰν ὑ­πάρ­χει κά­ποι­ος ποὺ ἡ ζω­ὴ του εἶ­ναι ταυ­τι­σμέ­νη μὲ τὴ θυ­σί­α, αὐ­τὸς εἶ­ναι ὁ ἱ­ε­ρέ­ας. Σὰν τὴ μά­να καὶ σὰν τὸν πα­τέ­ρα πρέ­πει νὰ εἶ­ναι μέ­σα στὴν ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ. Βε­βαί­ως καὶ θὰ κη­ρύ­ξει δη­μό­σια ἤ θὰ μι­λή­σει, θὰ συμ­βου­λεύ­σει τοὺς ἐ­νο­ρί­τες του ἰ­δι­ω­τι­κά. Πο­τέ ὅ­μως δὲν θὰ δη­μο­σι­ο­ποι­ή­σει τὶς συ­ζη­τή­σεις αὐ­τές, δὲν θὰ ζη­τή­σει δι­και­ώ­μα­τα. Τὰ δά­κρυ­α τῆς μά­νας, οἱ κό­ποι τοῦ πα­τέ­ρα, οἱ ἱ­δρῶ­τες τοῦ ἱ­ε­ρέ­α δὲν πλη­ρώ­νον­ται. Ἄλ­λη εἶ­ναι ἡ δι­κή του ἀ­μοι­βή, ἡ ἱ­κα­νο­ποί­η­ση τῆς συ­νεί­δη­σης. Σ’ ἕ­να χω­ριό ὑ­πῆρ­χε ἕ­νας πάμ­πτω­χος δά­σκα­λος. «Τί κα­τά­λα­βες στὴ ζω­ή;» τὸν ρώ­τη­σε κά­ποι­ος. «Ἔ­χω τὴ χα­ρὰ ὅ­τι ἐκ­παί­δευ­σα ὅ­λο τὸ χω­ριό». Ἠ­θι­κὴ ἀ­μοι­βή.

Ὅ­λα τὰ σκε­πά­ζει ἡ ἀ­γά­πη, ἡ ἀ­λη­θι­νὴ ἀ­γά­πη, ποὺ δὲν ζη­τᾶ ἀν­ταλ­λάγ­μα­τα. Ἡ ἀ­γά­πη ποὺ εἶ­χε στὴν καρ­διά του ὁ Ἅ­γιος Δι­ο­νύ­σιος, ὁ ὁ­ποῖ­ος συγ­χώ­ρη­σε τὸ φο­νιὰ τοῦ ἀ­δελ­φοῦ του, τὸν ἔ­κρυ­ψε γιὰ νὰ τὸν προ­στα­τέ­ψει ἀ­πὸ τὸν ὄ­χλο,τὸν προ­μή­θευ­σε μὲ τρό­φι­μα καὶ νε­ρὸ καὶ τὸν ἔ­στει­λε μα­κριὰ ἀ­πὸ τὴν πε­ρι­ο­χὴ ἐ­κεί­νη γιὰ νὰ τὸν γλυ­τώ­σει.

Ἡ ἀ­γά­πη οὐ­δέ­πο­τε ἐκ­πί­πτει. «Οὐ­δέ­πο­τε παύ­ε­ται», λέ­γει ὁ Θε­ό­φρα­στος. Εἶ­ναι λου­λού­δι τοῦ ὁ­ποί­ου τὰ πέ­τα­λα δὲν πέ­φτουν πο­τέ. Ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ νὰ πα­ρα­μέ­νει καὶ με­τὰ τὸ θά­να­τό μας. Τὰ αἰ­ώ­νια ἀ­γα­θὰ εἶ­ναι ἀ­νε­ξάν­τλη­τα καὶ δὲν μοιά­ζουν μὲ ἕ­να πουγ­κὶ χρυ­σᾶ νο­μί­σμα­τα ποὺ τὰ παίρ­νου­με μί­α φο­ρά καὶ ἐ­ξαν­τλοῦν­ται. Χω­ρὶς τέ­λος καὶ πάν­το­τε ὁ σω­σμέ­νος χρι­στια­νὸς θὰ βρί­σκε­ται σὲ ἐ­πι­κοι­νω­νί­α μὲ τὸ Θε­ό. «Τώ­ρα, στὴν πα­ροῦ­σα ζω­ὴ μέ­νουν ἡ πί­στη, ἡ ἐλ­πί­δα καὶ ἡ ἀ­γά­πη, αὐ­τὰ τὰ τρί­α. Με­γα­λύ­τε­ρη δὲ ἀ­πὸ αὐ­τὰ εἶ­ναι ἡ ἀ­γά­πη», μᾶς λέ­γει ὁ Θεῖ­ος Παῦ­λος κλεί­νον­τας τὸ κε­φά­λαι­ο. «Τῆς συν­τε­λεί­ας ἐλ­θού­σης ἡ μὲν πί­στις καὶ ἡ ἐλ­πὶς παυ­θή­σον­ται… ἡ δὲ ἀ­γά­πη μέ­νει, κρα­ται­ο­τέ­ρα γι­νο­μέ­νη καὶ σφο­δρο­τέ­ρα», σύμ­φω­να μὲ τὴν ἑρ­μη­νεί­α τοῦ Ζι­γα­βη­νοῦ. Ἡ πί­στη φεύ­γει ὅ­ταν μὲ τὰ μά­τια μας θὰ δοῦ­με τὸ Θε­ό. Θὰ γί­νει αὐ­το­ψί­α καὶ δὲν θὰ χρει­ά­ζε­ται πλέ­ον ἡ πί­στη. Ἡ ἐλ­πί­δα θὰ πε­ρά­σει ἀ­φοῦ θὰ μᾶς δο­θοῦν ἐ­κεῖ­να στὰ ὁ­ποῖ­α τώ­ρα ἐλ­πί­ζο­με. Ἡ ἀ­γά­πη ὅ­μως θὰ πα­ρα­μέ­νει καὶ θὰ αὐ­ξά­νε­ται σὲ τέ­λει­ο βαθ­μό. Ἐ­κεῖ­νοι ποὺ ἡ καρ­διά τους εἶ­ναι γε­μά­τη ἀ­πὸ ἀ­γά­πη, προ­σεγ­γί­ζουν πρὸς τὴν τε­λει­ό­τη­τα. Ὁ Θε­ὸς εἶ­ναι ἀ­γά­πη. Καὶ ἐ­κεῖ ὅ­που ὁ Θε­ὸς πρό­κει­ται νὰ φα­νεῖ «κα­θώς ἐ­στι», πρό­σω­πον πρὸς πρό­σω­πον, πα­ρα­μέ­νει σὲ ὕ­ψι­στο βαθ­μὸ ἡ ἀ­γά­πη.

Ἀ­δελ­φοί μου, ὅ­ταν ἀ­γα­πᾶ­με εἰ­λι­κρι­νά, θὰ προ­στα­τεύ­ου­με τοὺς συ­ναν­θρώ­πους μας καὶ πάν­τα, μὲ τὴ βο­ή­θεια τοῦ Θε­οῦ θὰ ἀρ­χί­σου­με νὰ ἀ­πο­λαμ­βά­νου­με τὶς δω­ρε­ὲς τοῦ Πα­ρα­δεί­σου ἀ­πὸ τὴν πα­ροῦ­σα ζω­ή. Ἀ­μήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2015

Απορώ πως σε κλέβει το ταγκαλάκι, ενώ εσύ μπορείς να κλέψης τον Παράδεισο! Όσιος Παΐσιος Αγιορείτης

Απορώ πως σε κλέβει το ταγκαλάκι, ενώ εσύ μπορείς να κλέψης τον Παράδεισο!


Όσιος Παΐσιος Αγιορείτης
 

Γέροντα, κλέβομαι από τα πάθη μου. Άλλοτε με κλέβει η φιλαυτία, άλλοτε η εξωστρέφεια...
-Αν αφήνη κανείς τους κλέφτες να τον κλέβουν, μπορεί ποτέ να πλουτίση; Κι εσύ, αν αφήσης να σε κλέβουν τα πάθη, μπορείς να κάνης προκοπή; Πάντα φτωχή θα είσαι, γιατί, όσα μαζεύεις, θα τα χάνης. Απορώ πως σε κλέβει το ταγκαλάκι, ενώ εσύ μπορείς να κλέψης τον Παράδεισο!
-Γιατί, Γέροντα, ενώ έχω διάθεση να δουλέψω για μια αρετή, μένω σε μια στάσιμη κατάσταση; τι φταίει;
-Πολλές φορές δεν έχει έρθει και η ωριμότητα γι' αυτήν την αρετή. Εσύ όμως βλέπω ότι άρχισες να ωριμάζης πνευματικά. Πρόσεξε λοιπόν, τώρα που έρχεται η εποχή του καλοκαιριού και η αγουρίδα γίνεται σιγά-σιγά μέλι, να φυλάς καλά τα σταφύλια από τις κουρούνες -τα ταγκαλάκια- ζώντας ταπεινά και αθόρυβα.
-Γέροντα, ό,τι καλό κάνω, τελικά το χάνω, γιατί αμέσως υπερηφανεύομαι.
-Ξέρεις εσύ τι κάνεις; Φτιάχνεις μέλι και ύστερα αφήνεις το ταγκαλάκι και σου το κλέβει, οπότε μένεις με τον κόπο. Όπως ο μελισσουργός ζαλίζει τις μέλισσες με καπνό και παίρνει το μέλι, έτσι κι εσένα σε ζαλίζει το ταγκαλάκι με τον καπνό της υπερηφανείας ,δυο κλέβει το πνευματικό μέλι που έφτιαξες και τρίβει τα χέρια του. Σου κλέβει δηλαδή τα πολύτιμα δώρα του Θεού και ύστερα χαίρεται. Εσύ είσαι έξυπνη, πώς δεν το πιάνεις αυτό; Γιατί δεν πιάνεις τον κλέφτη, τον πονηρό, που σε κλέβει;
-Γέροντα, όταν κάποιος νιώθη ότι ένα χάρισμα που έχει είναι του Θεού, πώς είναι δυνατόν να κλέβεται από τον πειρασμό;
-Κλέβεται, γιατί δεν προσέχει. Ο Θεός προικίζει τον κάθε άνθρωπο με πολλά χαρίσματα, αλλά ο άνθρωπος, ενώ θα έπρεπε να ευγνωμονή γι' αυτά τον Θεό, πολλές φορές δεν υπάρχει, οικειοποιείται τα χαρίσματα που του έδωσε ο Θεός και καυχάται εσωτερικά. Τότε ο πονηρός διάβολος ,σαν κλέφτης που είναι, πηγαίνει, του κλέβει τα χαρίσματα, τα δηλητηριάζει με τα δηλητήριά του και έτσι τα αχρηστεύει.

Πηγή: (Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Ε΄ ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»), Εξομολογεῖσθε τῶ Κυρίῳ

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

Το έλεος του Θεού τα αναπληρώνει όλα Δόκιμος ακόμα, μια καλοκαιριάτικη νύχτα περπατούσα ανάμεσα στους κήπους της Σκήτη.ς

Το έλεος του Θεού τα αναπληρώνει όλα


Δόκιμος ακόμα, μια καλοκαιριάτικη νύχτα περπατούσα ανάμεσα στους κήπους της Σκήτη.ς
Μόνος με μόνο τον Θεό. Πλησιάζοντας την μεγάλη λίμνη βλέπω τον μεγαλόσχημο π. Γεννάδιο. Από τότε πού πέρασε τον κατώφλι της Σκήτης είχαν περάσει 62 ολόκληρα χρόνια.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δεν έβγαινε καθόλου από την Σκήτη. Είχε λησμονήσει εντελώς τον κόσμο. Στεκόταν ακίνητος με τα μάτια καρφωμένα στο νερό. Με τρόπο διακριτικό, για να μην τον τρομάξω, έκαμα αισθητή την παρουσία μου. Τον πλησίασα, και τον ερώτησα:

- Τί κάνεις εδώ, πάτερ;

- Κοιτάζω τον νερό.

- Και τί βλέπεις;

- Εσύ, δεν βλέπεις τίποτα;

- Απολύτως, τίποτα.

- Μέσα από τον νερό βλέπω την σοφία του Θεού. Γνωρίζεις πολύ καλά, πώς είμαι άνθρωπος ολιγογράμματος. Το μόνο πού κατάφερα και έμαθα στην ζωή μου είναι να διαβάζω τον Ψαλτήρι. Ο Κύριος όμως, δεν με αφήνει στο σκοτάδι, αλλά μου φανερώνει τον άγιο θέλημά Του σε μένα, τον ταπεινό δούλο Του. Πολλές φορές εκπλήσσομαι πού άνθρωποι μορφωμένοι δεν κατανοούν μερικά άπλα θέματα της πίστεως. Βλέπεις;

Όπως όλος αυτός ο ουρανός με τα άστρα αντικαθρεφτίζεται μέσα στο νερό, έτσι και ο Κύριος, όχι μόνο αντικαθρεφτίζεται μέσα στην καθαρή καρδιά, αλλά την κάνει και κατοικία Του. Ένα πράγμα σου λέω. Η χαρά και η μακαριότητα πού αισθάνεται η ψυχή του ανθρώπου πού φρόντισε να καθαρίσει την καρδιά του, δεν περιγράφεται. Τα λόγια του Χριστού «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία» δεν είναι τυχαία! Ανάμεσα και γνωρίζω πόσο απαραίτητο είναι στον άνθρωπο να έχει καρδιά καθαρή, όμως, τόσα χρόνια αγωνίζομαι και ακόμη δεν τον έχω κατορθώσει. Μήπως, μπορείς εσύ να μού εξηγήσεις, τι σημαίνει καρδιά καθαρή;

- Πάτερ, τί υψηλά πράγματα ζητάς από εμένα; Τέτοιες εμπειρίες δεν έχω! Το μόνο πού έχω καταλάβει, και αυτό μόνο από διάβασμα, είναι, πώς η καθαρότητα της καρδιάς ταυτίζεται με την πλήρη απάθεια. Όποιος την έχει κάνει κτήμα του είναι ξένος σε κάθε πάθος.

-Όχι! Αυτός πού λες δεν επαρκεί. Δεν φτάνει να πλύνεις το ποτήρι. Πρέπει και να τον γεμίσεις με νερό, διαφορετικά δεν έχει καμία άξια. Όταν ο άνθρωπος αγωνιστεί να ξεριζώσει από μέσα του τα πάθη, οφείλει να γεμίσει τον χώρο της καρδιάς του με τις αντίστοιχες αρετές. Μόνο τότε μπορεί να λέει ότι απέκτησε καθαρή καρδιά.

- Πάτερ Γεννάδιε, πιστεύεις ότι θα πας στον παράδεισο;

- Σε ένα μόνο πιστεύω και ελπίζω: στο έλεος του Θεού- είπε με βεβαιότητα ο π. Γεννάδιος.

- Μα σύ λες, πώς μόνο οι καθαροί στην καρδιά θα δουν τον Θεό· και σύ ο ίδιος τον ομολογείς, ότι καθαρή καρδιά δεν έχεις. Τί μου λες τώρα;

- Εγώ καλά σου τα λέω. Σύ δεν κατάλαβες σωστά. Ξεχνάς το έλεος του Θεού. Το έλεος του Θεού τα αναπληρώνει όλα. Είναι απέραντο και ανεξάντλητο. Πιστεύω ακράδαντα, ότι ο πολυεύσπλαχνος Κύριος δεν θα με απορρίψει και εμένα, πού είμαι και καλόγηρος. Πίστη. Πίστη μας χρειάζεται. Πίστη και ελπίδα σε Εκείνον πού σταυρώθηκε για μας· αντί για μας· στην θέση μας. Ο Θεός Πατέρας πού από απέραντη αγάπη μας έδωσε τον Υιό Του, δεν θα μας δώσει και τον παράδεισο;

Ω, πόσοι αδελφοί, με τέτοια βαθειά πίστη, ζουν ανάμεσα μας, κρυμμένοι από τα μάτια των πολλών χωρίς ποτέ να δίνουν την παραμικρή εντύπωση «χαρισματούχου» γέροντα. Και όμως έχουν τόσο βαθειά πνευματική ζωή. Και μόνο με την συνομιλία μαζί τους, ανακαλύπτεις την ομορφιά της καλλιεργημένης ψυχής τους.

Από τον βίο του Οσίου στάρετς Βαρσανουφίου της Όπτινα


Πηγή: Εξομολογεῖσθε τῶ Κυρίῳ

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

Προσευχή υπέρ των κοιμηθέντων Μνήσθητι Κύριε ημών Ιησού Χριστέ δια πρεσβειών της Παναχράντου Σου Μητρός Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας των δούλων σου, των κοιμηθέντων, και συγχώρησον, ανάπαυσον και ανάστησον αυτούς , ψυχή τε και σώματι, εις ανάστασιν ζωής εν τη εσχάτη Σου ημέρα:

Προσευχή υπέρ των κοιμηθέντων


Μνήσθητι Κύριε ημών Ιησού Χριστέ δια πρεσβειών της Παναχράντου Σου Μητρός Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας των δούλων σου, των κοιμηθέντων, και συγχώρησον, ανάπαυσον και ανάστησον αυτούς , ψυχή τε και σώματι, εις ανάστασιν ζωής εν τη εσχάτη Σου ημέρα:
πάντων των :
¯  Εν παντί καιρώ και τόπω της Δεσποτείας σου κοιμηθέντων τέκνων Σου.
¯  Των ακηδεύτων και ατάφων ανθρώπων.
¯  Των εκτρωθέντων και αποβληθέντων παιδίων.
¯  Πάντων ων ουδείς εστίν ο μνημονεύων αυτούς.
¯  Πάντων των περιφρονημένων και λησμονημένων ψυχών.
¯  Πάντων των υπέρ της Ορθοδόξου πίστεως και της Πατρίδος τελειωθέντων.
¯  Πάντων των σήμερον και ως σήμερον απελθόντων εκ του βίου τούτου.
¯  Πάντων των σήμερον εορταζουσών ψυχών.
¯  Παντων των οικείων ,φίλων και συγγενών ημών.
¯  Πάντων των εν πολέμοις και Μ.Ασία μαρτυρικώς τελειωθέντων.
Μνήσθητι Κύριε και των δούλων σου:(όποια ονόματα συγκεκριμένα θέλουμε να πούμε)

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2015

Αν πραγματικά πιστεύεις, όλα διορθώνονται! Πριν από μερικές δεκαετίες ο μετέπειτα διάσημος γαλλορουμάνος θεατρικός συγγραφέας Ευγένιος Ιονέσκο επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Άγιον Όρος.

Αν πραγματικά πιστεύεις, όλα διορθώνονται!


Πριν από μερικές δεκαετίες ο μετέπειτα διάσημος γαλλορουμάνος θεατρικός συγγραφέας Ευγένιος Ιονέσκο επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Άγιον Όρος.
Εκεί συνέβη το εξής περιστατικό, όπως ο ίδιος το διηγήθηκε σε συνέντευξή του στο περιοδικό Paris match πριν από αρκετά χρόνια:
«Είχα γεννηθεί σε ορθόδοξη οικογένεια και ζούσα στο Παρίσι. Είκοσι πέντε χρονών, γνήσιος νέος της κοσμικής εποχής του τότε Παρισιού. Μου ήρθε η ιδέα να επισκεφθώ το Άγιον Όρος λόγω της θέσης που είχε -και έχει βέβαια- ως τόπος ασκήσεως στην ορθόδοξη Εκκλησία. Και εκεί, μου ήρθε ακόμη μία σκέψη στο μυαλό: να εξομολογηθώ. Επήγα λοιπόν και βρήκα ένα ιερομόναχο -πνευματικό. Τί του είπα; Τα συνηθισμένα αμαρτήματα ενός κοσμικού νέου πού ζει χωρίς γνώση Θεού. Ο Ιερομόναχος, αφού με άκουσε, μου είπε:
- Στον Χριστό πιστεύεις παιδί μου;
- Ναι, ναι, λέει ο Ίονέσκο. Πιστεύω πάτερ. Άλλωστε είμαι βαπτισμένος χριστιανός ορθόδοξος.
- Βρε παιδάκι μου, του λέει εκείνος ο διακριτικός πνευματικός, πιστεύεις, το αποδέχεσαι πλήρως, ότι ο Χριστός είναι ο Θεός και δημιουργός του κόσμου και δικός μας;

Τα έχασα, λέει ο συγγραφέας. Γιατί πρώτη φορά με έβαζε ένας άνθρωπος μπροστά σ’ αυτό το ερώτημα, στο οποίο έπρεπε να απαντήσω με ειλικρίνεια και να πάρω θέση. Όχι απλώς αν πιστεύω ότι κάποιος έφτιαξε τον κόσμο. Αλλά ότι αυτός ο Θεός, ο δημιουργός του κόσμου, έχει να κάνει με μένα. Και εγώ έχω προσωπική σχέση μαζί του! Του απάντησα:
- Πιστεύω πάτερ, αλλά βοηθήστε με να το καταλάβω καλά αυτό το γεγονός,
- Αν πραγματικά πιστεύεις, τότε όλα διορθώνονται».
Το περιστατικό αυτό υπήρξε η αιτία της μεταστροφής του Ιονέσκο, ο οποίος μέχρι τα βαθειά του γεράματα, όντας διάσημος και περιβόητος, έζησε ως ευλαβής και βαθειά πιστός ορθόδοξος χριστιανός.
Τα λόγια του αγιορείτη γέροντα «αν πραγματικά πιστεύεις, τότε όλα διορθώνονται» σημαίνουν ότι: η πίστη στο Χριστό δεν είναι μια αφηρημένη θεωρία ούτε «λόγια του αέρα».
- Πίστη στο Χριστό σημαίνει απόλυτη εμπιστοσύνη και υπακοή σε ένα συγκεκριμένο Πρόσωπο, που είναι ο Δημιουργός και ο Σωτήρας μου!
- Άρα πίστη στο Χριστό δεν είναι μόνο λόγια αλλά κυρίως είναι έργα συνειδητής μετανοίας και συνεχούς επιστροφής στο θέλημα του Χριστού και στην αγκαλιά του Χριστού, που είναι η Εκκλησία Του.


Πηγή: (Αρχιμ. Νίκων Κουτσίδης, «Μαρτυρίες φωτός», Ι.Μ.Προφήτου Ηλιού-Πρέβεζα), Το Σταυρουδάκι

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης Δημήτριον νύττουσι λόγχαι Χριστέ μου, Ζηλοῦντα πλευρᾶς λογχονύκτου σῆς πάθος. Εἰκοστῇ μελίαι Δημήτριον ἕκτῃ ἀνεῖλον.

Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης



Δημήτριον νύττουσι λόγχαι Χριστέ μου,
Ζηλοῦντα πλευρᾶς λογχονύκτου σῆς πάθος.
Εἰκοστῇ μελίαι Δημήτριον ἕκτῃ ἀνεῖλον.

Βιογραφία
Ο Άγιος Δημήτριος γεννήθηκε περί το 280 - 284 μ.Χ. και μαρτύρησε επί των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού το 303 μ.Χ. ή το 305 μ.Χ. ή (το πιο πιθανό) το 306 μ.Χ.
Ο Δημήτριος ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας στη Θεσσαλονίκη. Σύντομα ανελίχθηκε στις βαθμίδες του Ρωμαϊκού στρατού με αποτέλεσμα σε ηλικία 22 ετών να φέρει το βαθμό του χιλιάρχου. Ως αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού κάτω από τη διοίκηση του Τετράρχη (και έπειτα αυτοκράτορα) Γαλερίου Μαξιμιανού, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Διοκλητιανός, έγινε χριστιανός και φυλακίστηκε στην Θεσσαλονίκη το 303 μ.Χ., διότι αγνόησε το διάταγμα του αυτοκράτορα Διοκλητιανού «περί αρνήσεως του χριστιανισμού». Μάλιστα λίγο νωρίτερα είχε ιδρύσει κύκλο νέων προς μελέτη της Αγίας Γραφής.
Στη φυλακή ήταν και ένας νεαρός χριστιανός ο Νέστορας (βλέπε 27 Οκτωβρίου), ο οποίος θα αντιμετώπιζε σε μονομαχία τον φοβερό μονομάχο της εποχής Λυαίο. Ο νεαρός χριστιανός πριν τη μονομαχία επισκέφθηκε τον Δημήτριο και ζήτησε τη βοήθειά του. Ο Άγιος Δημήτριος του έδωσε την ευχή του και το αποτέλεσμα ήταν ο Νέστορας να νικήσει το Λυαίο και να προκαλέσει την οργή του αυτοκράτορα. Διατάχθηκε τότε να θανατωθούν και οι δύο, Νέστορας και Δημήτριος.
Οι συγγραφείς εγκωμίων του Αγίου Δημητρίου, Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Γρηγόριος ο Παλαμάς και Δημήτριος Χρυσολωράς, αναφέρουν ότι το σώμα του Αγίου ετάφη στον τόπο του μαρτυρίου, ο δε τάφος μετεβλήθη σε βαθύ φρέαρ που ανέβλυζε μύρο, εξ ου και η προσωνυμία του Μυροβλήτου.
Στις βυζαντινές εικόνες αλλά και στη σύγχρονη αγιογραφία ο Άγιος Δημήτριος παρουσιάζεται αρκετές φορές ως καβαλάρης με κόκκινο άλογο (σε αντιδιαστολή του λευκού αλόγου του Αγίου Γεωργίου) να πατά τον άπιστο Λυαίο.
Σήμερα ο Άγιος Δημήτριος τιμάται ως πολιούχος Άγιος της Θεσσαλονίκης.
Ένα από τα πολλά θαύματα του Αγίου είναι και το εξής. Το 1823 μ.Χ. οι Τούρκοι που ήταν αμπαρωμένοι στην Ακρόπολη της Αθήνας ετοίμαζαν τα πυρομαχικά τους για να χτυπήσουν με τα κανόνια τους, τους Έλληνες που βρισκόντουσαν στον ναό του Αγίου Δημητρίου, μα ο Άγιος Δημήτριος έκανε το θαύμα του για να σωθούν οι Χριστιανοί και η πυρίτιδα έσκασε στα χέρια των Τούρκων καταστρέφοντας και τμήμα του μνημείου του Παρθενώνα. Για να θυμούνται αυτό το θαύμα, ο ναός λέγεται από τότε Άγιος Δημήτριος Λουμπαρδιάρης, από την λουμπάρδα δηλαδή το κανόνι των Τούρκων που καταστράφηκε.

Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’.
Μέγαν εὕρατο ἐv τοῖς κιvδύvοις, σὲ ὑπέρμαχοv, ἡ οἰκουμένη, Ἀθλοφόρε τὰ ἔθνη τροπούμενον. Ὡς οὖν Λυαίου καθεῖλες τὴν ἔπαρσιν, ἐν τῷ σταδίῳ θαῤῥύvας τὸν Νέστορα, οὕτως Ἅγιε, Μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Τοῖς τῶv ἰαμάτωv σου ῥείθροις Δημήτριε, τὴv Ἐκκλησίαν Θεὸς ἐπορφύρωσεv, ὁ δούς σοι τὸ κράτος ἀήττητοv, καὶ περιέπωv τὴν πόλιv σου ἄτρωτοv· αὐτῆς γὰρ ὑπάρχεις τὸ στήριγμα.

Κάθισμα
Βασιλεῖ τῶν αἰώνων εὐαρεστῶν, βασιλέως ἀνόμου πᾶσαν βουλήν, ἐξέκλινας Ἔνδοξε, καὶ γλυπτοῖς οὐκ ἐπέθυσας· διὰ τοῦτο θῦμα, σαυτὸν προσενήνοχας, τῷ τυθέντι Λόγῳ ἀθλήσας στερρότατα· ὅθεν καὶ τῇ λόγχῃ, τὴν πλευρὰν ἐξωρύχθης, τὰ πάθη ἰώμενος, τῶν πιστῶς προσιόντων σοι, Ἀθλοφόρε Δημήτριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
 
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λογον.
Εὐσεβείας τοῖς τρόποις καταπλουτῶν, ἀσεβείας τὴν πλάνην καταβαλών, Μάρτυς κατεπάτησας, τῶν τυράννων τὰ θράση, καὶ τῷ θείῳ πόθῳ, τὸν νοῦν πυρπολούμενος, τῶν εἰδώλων τὴν πλάνην, εἰς χάος ἐβύθισας· ὅθεν ἐπαξίως, ἀμοιβὴν τῶν ἀγώνων, ἐδέξω τὰ θαύματα, καὶ πηγάζεις ἰάματα, Ἀθλοφόρε Δημήτριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Μεγαλυνάριον
Φύλαττε τοὺς δούλους σου ἀθλητά, μάρτυς μυροβλύτα τοὺς ὑμνοῦντάς σε εὐσεβῶς, καὶ ρῦσαι κινδύνων καὶ πάσης ἄλλης βλάβης, Δημήτριε τρισμάκαρ ταῖς ἱκεσίαις σου.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τὸν μέγαν ὁπλίτην καὶ ἀθλητήν, τὸν στεφανηφόρον, καὶ ἐν μάρτυσι θαυμαστόν, τὸν λόγχῃ τρωθέντα, πλευρὰν ὡς ὁ δεσπότης, Δημήτριον τὸν θεῖον ὕμνοις τιμήσωμεν.

Οπτικοακουστικό Υλικό


Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015

ΙΜΑΤΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΙΟΥ Κουβέρτες για τους πρόσφυγες

ΙΜΑΤΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΙΟΥ

E-mail Εκτύπωση PDF
Κουβέρτες για τους πρόσφυγες
Λόγω της αυξημένης προσέλευσης προσφύγων στο νησί μας, σας παρακαλούμε θερμά, όπως για ακόμη μία φορά προσφέρετε ΚΟΥΒΕΡΤΕΣ για τους αδελφούς μας, οι οποίοι βρίσκονται στη δεινή θέση της μετανάστευσης.
Από τον Σεπτέμβριο του 2012 έως σήμερα η Ιματιοθήκη της Αγάπης της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου έχει παραδώσει, χάρη στην δική σας προσφορά, 1988 δέματα με κλινοσκεπάσματα και ενδύματα γενικού ιματισμού στους αδελφούς μας οι οποίοι έφθασαν θαλασσοδαρμένοι στη Χίο, τη Μυτιλήνη, ακόμη και την Αθήνα.
Μπορείτε λοιπόν να προσφέρετε τις κουβέρτες στην Ιματιοθήκη, η οποία στεγάζεται στην Ιερά Μονή του Αγίου Στεφάνου στην Κλειδού στο Βροντάδο, κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Πέμπτη 8.00 π.μ.- 12.30 μ.μ. ή στην Ενοριακή Αίθουσα του Ιερού Ναού Αγίου Ιωάννου Προδρόμου πόλεως Χίου καθημερινά 9.00 π.μ.-11.30 π.μ. και 5.30 μ.μ.-6.30 μ.μ.
Μην ξεχνάμε Τα Λόγια Εκείνου «γυμνός ἤμην καί περιεβάλετέ με» (Ματθ. κε΄, 36). 
ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

Κυριακή ΣΤ' Λουκά: Ομιλία περί της θεραπείας του δαιμονιζομένου των Γαδαρινών Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας. Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, Κεφ. Η. 27 – 39.

Κυριακή ΣΤ' Λουκά: Ομιλία περί της θεραπείας του δαιμονιζομένου των Γαδαρινών



gpal

Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.

Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, Κεφ. Η. 27 – 39.



Τω καιρώ εκείνω, Εξελθόντι τω Ιησού εις την γην των Γαδαρινών, υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ός είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο, και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ’ εν τοις μνήμασιν. Ιδών δέ τον Ιησούν και ανακράξας, προσέπεσεν αυτώ και φωνή μεγάλη είπε: τί εμοί και σοί, Ιησού, υιέ του Θεού του υψίστου; Δέομαί σου, μή με βασανίσης. Παρήγγειλε γάρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν απο του ανθρώπου. Πολλοίς γάρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν, και εδεσμείτο αλύσεσι, και πέδαις φυλασσόμενος, και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του δαίμονος εις τας ερήμους. Επηρώτησε δέ αυτόν ο Ιησούς λέγων: τί σοί εστιν όνομα? Ο δέ είπε, λεγεών’ ότι δαιμόνια πολλά εισήλθεν εις αυτόν’ και παρεκάλει Αυτόν ίνα μή επιτάξη αυτοίς εις την άβυσσον απελθείν. Ήν δέ εκεί αγέλη χοίρων ικανών βοσκομένων εν τω όρει, και παρεκάλουν αυτόν ίνα επιτρέψη αυτοίς εις εκείνους εισελθείν. Και επέτρεψεν αυτοίς. Εξελθόντα δέ τα δαιμόνια απο του ανθρώπου, εισήλθον εις τους χοίρους, και ώρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την λίμνην και απεπνίγη. Ιδόντες δέ οι βόσκοντες το γεγενημένον, έφυγον, και απήγγειλαν εις την πόλιν και εις τους αγρούς. Εξήλθον δέ ιδείν το γεγονός, και ήλθον προς τον Ιησούν» και εύρον καθήμενον τον άνθρωπον, αφ’ ού τα δαιμόνια εξεληλύθει, ιματισμένον και σωφρονούντα παρά τους πόδας του Ιησού, και εφοβήθησαν. Απήγγειλαν δέ αυτοίς οι ιδόντες πώς εσώθη ο δαιμονισθείς. Και ηρώτησαν Αυτόν άπαν το πλήθος της περιχώρου των Γαδαρηνών απελθείν απ’ αυτών, ότι φόβω μεγάλω συνείχοντο. Αυτός δέ εμβάς εις το πλοίον υπέστρεψεν. Εδέετο δέ Αυτού ο ανήρ, αφ’ ού εξεληλύθει τα δαιμόνια, είναι σύν Αυτώ’ απέλυσε δέ αυτόν ο Ιησούς λέγων: υπόστρεφε εις τον οίκόν σου και διηγού όσα εποίησέ σοι ο Θεός. Και απήλθε καθ’ όλην την πόλιν κηρύσσων όσα εποίησεν αυτώ ο Ιησούς. 
  
Απόδοση:


Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς κατέπλευσε στην περιοχή των Γαδαρηνών, που βρίσκεται στην απέναντι όχθη από την Γαλιλαία. Όταν βγήκε στην ξηρά, τον συνάντησε κάποιος άντρας από την πόλη, που είχε μέσα του δαιμόνια από πολύν καιρό. Ρούχο δεν ντυνόταν, ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε στα μνήματα. Όταν είδε τον Ιησού, έβγαλε μια κραυγή, έπεσε στα πόδια του και του είπε με δυνατή φωνή: «Τί δουλειά έχεις εσύ μ’ εμένα Ιησού, Υιέ του Υψίστου Θεού; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις». Αυτά τα είπε, γιατί ο Ιησούς είχε διατάξει το δαιμονικό πνεύμα να βγει από τον άνθρωπο. Από πολλά χρόνια τον είχε στην εξουσία του, και για να τον συγκρατήσουν τον έδεναν με αλυσίδες και του έβαζαν στα πόδια σιδερένια δεσμά. Εκείνος όμως έσπαζε τα δεσμά, και το δαιμόνιο τον οδηγούσε στις ερημιές. Ο Ιησούς τον ρώτησε: «Ποιο είναι το όνομά σου;» Εκείνος απάντησε: «Λεγεών»• γιατί είχαν μπει μέσα του πολλά δαιμόνια. Τα δαιμόνια, λοιπόν, τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στην άβυσσο. Εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό, και τα δαιμόνια παρακαλούσαν τον Ιησού να τους επιτρέψει να μπουν στους χοίρους, και τους το επέτρεψε. Τότε το κοπάδι όρμησε προς τον γκρεμό και πνίγηκε στη λίμνη. Μόλις οι βοσκοί είδαν τι έγινε, έφυγαν και το είπαν στην πόλη και στην ύπαιθρο. Βγήκαν οι άνθρωποι να δουν τι έγινε, και ήρθαν κοντά στον Ιησού. Βρήκαν τον άνθρωπο από τον οποίο βγήκαν τα δαιμόνια, να κάθεται δίπλα στον Ιησού, να φοράει ρούχα και να φέρεται λογικά, και φοβήθηκαν. Όσοι είχαν δει τι είχε γίνει, τους είπαν για το πώς ο δαιμονισμένος σώθηκε. Τότε όλο το πλήθος από την περιοχή των Γαδάρων παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει από κοντά τους, γιατί τους είχε πιάσει μεγάλος φόβος. Εκείνος μπήκε στο πλοιάριο για να γυρίσει πίσω. Ο άνθρωπος από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια τον παρακαλούσε να τον πάρει μαζί του. Ο Ιησούς όμως του είπε να φύγει, με τα παρακάτω λόγια: «Γύρισε στο σπίτι σου, και διηγήσου όσα έκανε σ’ εσένα ο Θεός». Εκείνος έφυγε διαλαλώντας σ’ όλη την πόλη όσα έκανε σ’ αυτόν ο Ιησούς.



(Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη)

  

Ομιλία του Αγίου Γρηγορίου Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του Παλαμά, περί του: «Εξελθόντι τω Ιησού εις την γην υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως ος είχεν δαιμόνια εκ χρόνων ικανών»



«Ο ων εκ του Θεού τα ρήματα του Θεού ακούει», λέγει ο Κύριος. Δηλαδή υπακούει στις εντολές του Θεού, και μετατρέπει τους λόγους σε έργα, ζει και πολιτεύεται κατά Χριστόν, εκτελεί το θέλημα του Ουρανίου Πατρός, και γίνεται «κληρονόμος μεν Θεού, συγκληρονόμος δε Χριστού». Όποιος όμως παρακούει τον Θεό, διαπράττει την αμαρτίαν, και επιδίδεται σ’ αυτήν αμετανοήτως. Είναι δούλος της αμαρτίας και ουκ έστιν εκ του Θεού, αλλά εκ του πονηρού», αφού με την κακήν προαίρεση μεταπλάσσει την φύση την οποίαν έλαβεν από τον Θεόν, και την εξομοιώνει με τον πατέρα της απωλείας. Γι’ αυτό και ο Κύριος έλεγε στους Ιουδαίους, «υμείς εκ του πατρός υμών του διαβόλου εστέ, και τας επιθυμίας αυτού θέλετε ποιείν».

Αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι αθλιότεροι και από τους φανερά δαιμονιζομένους, έστω και αν διαφεύγουν την προσοχή των πολλών.



Πράγματι, ενώ οι δαιμονιζόμενοι κατακόπτουν τα σώματά τους και μερικές φορές βλάπτουν σωματικώς όποιους συναντούν, εκείνοι που δια των πονηρών επιθυμιών έχουν εξομοιωθεί με τον αρχέκακον εχθρό, διαφθείρουν τις ψυχές τις ιδικές τους και όσων τους συναναστρέφονται απρόσεκτα. Και ενώ οι πρώτοι στον καιρό του θανάτου αποβάλλουν μαζί με το σώμα και την επήρεια των δαιμόνων, οι δεύτεροι, επειδή αμαρτάνουν αμετανοήτως, έχουν αθάνατον και αναπόβλητον την βλάβην. Επίσης, τον ενοχλούμενον φανερώς από τον δαίμονα όλοι τον λυπούμεθα όταν τον αντικρύσωμε, ενώ τον φονέα και τον φιλάργυρον, τον υπερήφανον και τον αναίσχυντον, και τον ανυπότακτον και όλους τους ομοίους των, όχι μόνον δεν τους λυπούμεθα, αλλά και τους μισούμε. Διότι ο ένας περιπίπτει στο πάθος ακουσίως, ενώ ο φιλαμαρτήμων, προσελκύει ελευθέρως το κακόν, μερικές φορές μάλιστα αποκρύπτοντας την βλαπτικότητα και την κακοήθεια της νόσου του.



Επειδή όμως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν την εναντίον μας μανίαν του διαβόλου, από τις επιθέσεις εκείνου κατά της ψυχής και από την συνεργία του στην αμαρτία, παρεχώρησεν ο Θεός να υπάρχουν και κατά το σώμα δαιμονοφόρητοι, ώστε να μάθουμε από αυτούς όλοι, πόσον φοβερά είναι η κατάστασις της ψυχής που έκαμε τούτον ένοικόν της δια των πονηρών έργων. Όταν δε ο Μονογενής Υιός του Θεού, από απροσμέτρητον πέλαγος φιλανθρωπίας, έκλινεν ουρανούς και κατήλθε στην γη, για να ελευθερώσει τις ψυχές μας από την τυραννία του διαβόλου, απεδίωκε τα δαιμόνια και από τους φανερά κατά το σώμα δαιμονιζομένους. Το έκαμε αυτό για να παρουσιάσει και να επιβεβαιώσει με την φανερώς ενεργουμένην ελευθερία και ίαση, την γινομένην κρυπτώς ελευθερία και ίαση της ψυχής.



Πράγματι, και όταν εχάρισε την θεραπεία στην ψυχή του παραλυτικού, όχι μόνον δεν επευφημήθη από εκείνους που έβλεπαν μόνον τα φαινόμενα, αλλά και εβλασφημήθη. Γι’ αυτό εθεράπευσε και την σωματικήν του παράλυση, για να μάθουν, όπως ο ίδιος έλεγε προς τους παρόντες, ότι «εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου επί της γης αφιέναι αμαρτίας».

Κυρίως γι’ αυτό λοιπόν απομακρύνει τους δαίμονες από τους δαιμονιζομένους, για να μάθωμε ότι αυτός είναι που τους αποδιώκει και από τις ψυχές μας, και μας χαρίζει την αιωνίαν ελευθερίαν.



«Εξελθόντι γαρ εις την γην», σύμφωνα με την αναγινωσκομένην σήμερα περικοπήν του Ευαγγελίου, «υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ος είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο, και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ’ εν τοις μνήμασιν». Εξήλθε, λέγει, όχι ήλθε στην ξηρά, για να δείξει ότι ήλθε με πλοίον, αφού ήδη και την θύελλα του ανέμου κατέπαυσε, και την θάλασσαν εγαλήνευσε με την επιτίμησή του. Διότι όταν από την Γαλιλαίαν επεβιβάσθη στο πλοίο με τους μαθητάς του, είπε προς αυτούς, όπως λέγει παραπάνω ο Ευαγγελιστής: «διέλθωμεν εις το πέραν». Από εδώ φαίνεται ότι προείδε το γεγονός, και από ευσπλαγχνίαν ήλθεν αυτόκλητος βοηθός στον βασανιζόμενον τόσον δεινώς και πολυετώς από τους δαίμονες. Ο Λουκάς λοιπόν λέγει ότι ήταν ένας και είχε πολλά δαιμόνια, ο Μάρκος όμως ομιλεί και αυτός περί ενός, «αλλ’ εν πνεύματι ακαθάρτω». Ο δε Ματθαίος ισχυρίζεται ότι ήσαν δύο μαζί και εβασανίζοντο από πολλά δαιμόνια.



Την αιτίαν δε, για την οποίαν άλλοι Ευαγγελισταί ομιλούν για έναν, άλλοι δε για περισσοτέρους, και δαιμονιζομένους και δαιμόνια, την εφανέρωσε και ο Λουκάς και ο Μάρκος. Διότι το ένα, το οποίον ο Μάρκος ωνόμασεν ακάθαρτον πνεύμα, εξεταζόμενο στην συνέχεια από τον Κύριον λέγει «λεγεών όνομά μοι, ότι πολλοί εσμέν». Πράγματι λεγεών είναι ορμαθός και πολυάριθμον σύστημα αγγέλων ή ανθρώπων, οι οποίοι στέκονται, μετακινούνται μαζί και αποβλέπουν και κινούνται προς ένα έργον και σκοπόν. Γι’ αυτό και οι δαιμονιζόμενοι εκείνοι, επειδή ενεργούντο και εκινούντο από ένα τοιούτο σύστημα, ευρίσκοντο αδιασπάστως μαζί στα μνήματα και στα όρη, και μαζί εβασανίζοντο. Γι’ αυτό άλλοτε μεν καλούνται ενικώς, άλλοτε δε πληθυντικώς, και αυτοί και τα πονηρά πνεύματα που τους ταλαιπωρούσαν.



Δεν ανεγνώρισε δε απλώς τον Ιησούν ο λεγεών δια μέσου του ανθρώπου εκείνου, αλλά και «προσέπεσε και φωνή μεγάλη ανεκραύγασε: τι εμοί και σοί, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου; Δέομαί σου, μη με βασανίσεις. Παρήγγειλε γάρ» λέγει, «ο Κύριος τω ακαθάρτω πνεύματι εξελθείν από του ανθρώπου». Έχοντας καταπλεύσει επί τούτου ο Κύριος από ευσπλαχνία στην παραλίαν εκείνην όπου ζούσε ο δαιμονιζόμενος, διέταξε μεν τον λεγεώνα των δαιμόνων να εξέλθει από τον άνθρωπο, πού όμως να απέλθει δεν του είπε. Γι’ αυτό εκείνο το παμμίαρον σμήνος των πονηρών πνευμάτων κατελήφθη από αμηχανίαν, και εφοβήθη μήπως παραδοθεί τώρα από τον Κύριο στην μέλλουσαν καταδίκη, στην προετοιμασμένην γι’ αυτά γέεννα του πυρός, με την οποία θα παραδοθούν σε τελείαν ακινησίαν, αφού θα καταργηθεί κάθε ενέργειά τους. Ηναγκάσθη λοιπόν να προσέλθει, και να προσπέσει, χρησιμοποιώντας ταπεινότερα και αληθινά λόγια προς τον Κύριον, τα οποία τον εμαρτύρησαν ότι είναι Υιός του Υψίστου. Μέσα στην πονηρία τους ενόμιζαν ότι με αυτήν την μαρτυρία, σαν με κάποιαν κολακεία, θα μεταπείσουν τον Κύριον των όλων.



Και ο Κύριος ανέχθη την μαρτυρία των δαιμόνων, προς καταρτισμόν των ευρισκομένων στο πλοίο. Διότι πριν από λίγο, βλέποντας ο κόσμος τα τόσον μεγάλα θαύματά του στην θάλασσα, έλεγαν μεταξύ τους με απορία: «τις εστίν ούτος, ότι και οι άνεμοι και η θάλασσα υπακούουσιν αυτώ»; Τώρα όμως έμαθαν ότι είναι «ο Υιός του Θεού του Υψίστου». Διότι πάντοτε, ακόμη και ο διάβολος, είναι συνεργός στην βουλήν του Θεού, όχι όμως επειδή το θέλει ούτε αποβλέποντας σ’ αυτό. Γι’ αυτό και κάποιος από τους θεοφόρους λέγει, ότι «το κακόν συνεργεί στο αγαθόν, όχι με καλήν προαίρεση».

Ο δε Κύριος θέλοντας να φανερώσει στους παρόντες ότι ο δαίμων που τόσον φρίττει ενώπιόν του δεν είναι ένας, αλλά πλήθος πολύ, τον ηρώτησε: «τι σοι εστίν όνομα; Ο δε είπεν, λεγεών ονομά μοι, ότι δαιμόνια πολλά εσμέν». Λέγουν ορισμένοι ότι το τάγμα του λεγεώνος αποτελείται από έξι περίπου χιλιάδες.



«Και παρεκάλουν αυτόν», λέγει, «ίνα μη επιτάξει αυτοίς εις την άβυσσον απελθείν». Βλέπεις ότι είναι ο φόβος, όπως είπαμε παραπάνω, αυτός που τους ηνάγκασε και να προσέλθουν, και να προσπέσουν, και να χρησιμοποιήσουν σχήματα και λόγια αληθινά και ταπεινότερα. Κοίταξε όμως και την Παντοκρατορικήν εξουσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Πράγματι΄ ο δαίμων και χωρίς να το θέλει τον εμαρτύρησε Κύριον και της αβύσσου. Και ποιος είναι αυτός που επιβλέπει αβύσσους; Βεβαίως ο καθήμενος στους ουρανούς, αυτός που περιέχει και κατευθύνει τα πάντα.



Βλέπε δε και ότι το στίφος των δαιμόνων δεν ημπορεί να μένει πουθενά, αν δεν έχει πάρει από αυτόν την άδειαν ή την παραχώρηση. Γι’ αυτό και όταν προσετάχθη από τον Κύριο να φύγει, αλλά δεν έλαβε εντολήν πού να απέλθει, κατελήφθη από μεγάλην βία, και εύρε ως καταφύγιον τους χοίρους, οι οποίοι έβοσκαν στο όρος, ώστε να διαφύγει δι’ αυτών. Αλλά ούτε κατ’ αυτών είχεν από μόνον του την εξουσία, πολύ δε περισσότερον δεν την έχει εναντίον των ανθρώπων. Διότι, λέγει «ην εκεί αγέλη χοίρων πολλών βοσκομένη εν τω όρει. Και παρεκάλεσαν αυτόν ίνα επιτρέψει αυτοίς εις εκείνους απελθείν. Και επέτρεψεν αυτοίς. Εξελθόντα δε τα δαιμόνια από του ανθρώπου, εισήλθον εις τους χοίρους. Και όρμησεν η αγέλη των χοίρων κατά του κρημνού εις την λίμνην και απεπνίγη». Τα δαιμόνια λοιπόν, ζητώντας δήθεν πρόφαση φυγής, και έχοντας κακοποιό προαίρεση, εζήτησαν την άδεια κατά των χοίρων, επειδή ο Σωτήρ τα εδίωκε από τους ανθρώπους. Εσυνειδητοποίησαν ότι την στιγμήν εκείνη δεν εδιώκοντο από έναν ή δύο, αλλά δια του ενός από όλους τους ανθρώπους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, για να γνωρίσουμε εμείς από όσα έπαθαν οι χοίροι, ότι ούτε τον άνθρωπον εκείνον θα ελυπούντο να τον καταστρέψουν τελείως, αν δεν ανεχαιτίζοντο και πριν αοράτως από την δύναμιν εκείνου.



«Ιδόντες δε», λέγει, «οι βόσκοντες, έφυγον. Και απήγγειλαν εις την πόλιν και εις τους αγρούς το γεγονός». Λάβετε τώρα παρακαλώ στον νου σας τον άσωτον υιόν του Ευαγγελίου, που εσώθη με την απομάκρυνσιν από τους χοίρους, για να καταλάβετε ποιοι ήσαν αυτοί που έβοσκαν τους χοίρους, ή μάλλον ποιοι ομοιάζουν με αυτούς. Πράγματι ο χοιρώδης βίος εξ αιτίας της ακαθαρσίας του, συμβολίζει κάθε πονηρόν πάθος. Και χοίροι είναι κυρίως αυτοί που περιφέρουν τον ρυπωμένον από την σάρκα χιτώνα. Προϊστάμενοί τους, ένα είδος βοσκών, είναι εκείνοι που υπερέχουν από αυτούς στην ηδυπάθεια, και λαμβάνουν πρόνοιαν για την σάρκα και την δίαιτά τους, εις τρόπον ώστε να εκπληρώνουν την επιθυμία τους.

Σ’ εμάς όμως δεν επιτρέπει ο χρόνος ούτε, όπως βλέπετε, ο θόρυβος του πλήθους, να ασχοληθούμε λεπτομερώς με την συνέχεια, ποία δηλαδή είναι η γύμνωσις που προκαλείται στην ψυχήν από την αμαρτία, την οποίαν υπεδήλωνε ο δαιμονιζόμενος εκείνος, και ποία η διαβίωσις στα όρη (διότι, λέγει «ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ’ εν τοις μνήμασι») και ποίες οι αλυσίδες, οι χειροπέδες και τα δεσμά τα οποία εκείνος έσπαζε και έφευγε διωκόμενος.



Αλλά ας αποφύγωμε και εμείς, μάλιστα οι μοναχοί, την συναναστροφή και συμβίωση με τους χοίρους. Διότι κατά το Σολομώντειον λόγιον «φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί», και ως επί το πλείστον καθένας είναι ή γίνεται όμοιος με τους συντρόφους του. Τι το όφελος να φύγεις οριστικώς από τον κόσμο και να καταφύγεις στα αφιερωμένα στον Θεόν φροντιστήρια, να εξέρχεσαι όμως καθημερινώς από αυτά και να συμφύρεσαι πάλι με τον κόσμο; Πώς, ειπέ μου, τριγυρνώντας στις αγορές θα αποφύγεις τα προσανάμματα των παθών, δια των οποίων επέρχεται ο θάνατος της ψυχής, που χωρίζει τον άνθρωπον από τον Θεόν; Αυτός είναι ο θάνατος «ο αναβαίνων εις ημάς δια των θυρίδων», οι οποίες είναι μέσα μας, δηλαδή των αισθήσεων. Αυτές έγιναν αφορμή να εκπέσουν από την αθανασίαν και οι προπάτορες εκείνοι.



Ας φύγωμε λοιπόν όλοι μας μακριά, άλλοι από την συμβίωση με τα κακά, έστω και αν μας φαίνεται ότι υπερτερούμε πολλών στην καταγωγή και στην δόξα και στην σωματικήν ρώμη και στον υλικόν πλούτο, και άλλοι από την ομοίωση προς τους χοίρους, λαμβάνοντας στον νου μας την λίμνην εκείνη του ασβέστου πυρός, μέσα στην οποίαν, φευ!, θα πέσουν όσοι αμετανοήτως υπηρετούν τις προσβολές των δαιμόνων. Και βλέποντας το βάραθρον στο οποίον κρημνίζονται όταν αποθαίνουν, όσοι μέχρι το τέλος τους ομοιάζουν ως προς τον τρόπον της ζωής με τους χοίρους, ας απομακρυνθούμε ανεπιστρόφως από τον όντως δυσώδη βίον της αμαρτίας, και ας προσέλθωμε έτσι καλώς και δικαίως στην πηγήν των μύρων, την οποία μας εχάρισεν ο Θεός, και εκχύνεται δια της λάρνακος από την σωρόν του εντοπίου μας Χριστομάρτυρος (Δημητρίου).



Και αφού με την χρήση τούτων αγιασθούμε και ενισχυθούμε, να κηρύττωμε και στους αγρούς και στις πόλεις, όπου και αν είμεθα, την θειοτάτην δύναμη και ενέργειαν του θείου αυτού μύρου. Δεν εννοώ με την γλώσσα και τα λόγια (διότι ποίος δεν ήκουσε με την ιδικήν του ακοή την συρροή των θαυμάτων που γίνονται εδώ;), αλλά με την μεταβολήν της ζωής μας προς το καλλίτερον, ώστε βλέποντάς μας όλοι να ειπούν, «αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου», με την οποία δεξιάν έχει ζωγραφηθεί ο μέγας Δημήτριος, και δια της οποίας μετασχηματίζει αυτούς που τον πλησιάζουν προς το θειότερον, ώστε να έχει και στον ουρανόν συμπολίτες αυτούς που ευτύχησαν να είναι στην γη συγκάτοικοί του. Αυτό είθε να συμβεί με τις πρεσβείες εκείνου, και να επιτύχωμε όλοι τις υπεσχημένες ουράνιες μονές, και την εκεί συνοίκηση με τους αγίους, χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω πρέπει δόξα εις τους αιώνας».

Αμήν.

  

(13ος - 14ος αιών - ΕΠΕ Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, τομ. 11, σελ. 196. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 347 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς)



Προσευχή Ευχαριστίας Φώτης Κόντογλου

Προσευχή Ευχαριστίας

Σε ευχαριστώ, Κύριε πολυέλεε, σε υμνώ, σε δοξάζω, γιατί μ’ έπλασες από το τίποτα. Αλλά δεν μ’ έπλασες μοναχά μια φορά, αλλά και κάθε μέρα με πλάθεις από το τίποτα, επειδή και κάθε μέρα με βγάζεις από τον ίσκιο του θανάτου που ξαναπέφτω. Μέσα στον ακαταμέτρητο τον κόσμο, μέσα στη μερμηγκιά των ανθρώπων, είμαι ένα τίποτα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα τίποτα.
Και μολαταύτα τον κάθε άνθρωπο τον θυμάσαι και τον βρίσκεις και τον τραβάς προς εσένα, και τον ζωοποιείς από πεθαμένον, και τον ξαναπλάθει το πατρικό χέρι σου, σαν να είναι ο καθένας μας μονάχα αυτός στον κόσμο. Η κραταιά δύναμη σου βαστά όλη την κτίση κι όλες τις ψυχές σαν νάναι μια και μονάχη. Και τις κάνεις να νοιώσουνε την αθανασία σαν νάναι μια και μονάχη η καθεμιά και σε νοιώθουνε πατέρα τους σπλαχνικόν, που δεν κουράζεται να συχωρά και να ξαναπλάθει τον εαυτό μας, που πεθαίνει κάθε ώρα από την αμαρτία.

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2015

Βραδινή Προσευχή


Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.

Τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως.

Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητὴν οὐρανοῦ καὶ γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καὶ ἀοράτων.
Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων· φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι᾿ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο.
Τὸν δι᾿ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα.
Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου, καὶ παθόντα, καὶ ταφέντα.
Καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, κατὰ τὰς Γραφάς.
Καὶ ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανούς, καὶ καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός.
Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος.
Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρί καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν.
Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν.
Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.
Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν.
Καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.
  
Εὐχὴ εἰς τὸν φύλακα Ἄγγελον

Ἅγιε Ἄγγελε, ὁ ἐφεστὼς τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς καὶ ταλαιπώρου μου ζωῆς, μὴ ἐγκαταλίπῃς με τὸν ἁμαρτωλόν, μηδὲ ἀποστῇς ἀπ᾿ ἐμοῦ διὰ τὴν ἀκρασίαν μου· μὴ δώῃς χώραν τῷ πονηρῷ δαίμονι κατακυριεῦσαί μου τῇ καταδυναστείᾳ τοῦ θνητοῦ τούτου σώματος· κράτησον τῆς ἀθλίας καὶ παρειμένης χειρός μου, καὶ ὁδήγησόν με εἰς ὁδὸν σωτηρίας. Ναί, ἅγιε Ἄγγελε τοῦ Θεοῦ, ὁ φύλαξ καὶ σκεπαστὴς τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, πάντα μοι συγχώρησον, ὅσα σοι ἔθλιψα πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου, καὶ εἴ τι ἥμαρτον τὴν σήμερον ἡμέραν· σκέπασόν με ἐν τῇ παρούσῃ νυκτὶ καὶ διαφύλαξόν με ἀπὸ πάσης ἐπηρείας τοῦ ἀντικειμένου, ἵνα μὴ ἔν τινι ἁμαρτήματι παροργίσω τὸν Θεόν· καὶ πρέσβευε ὑπὲρ ἐμοῦ πρὸς τὸν Κύριον τοῦ ἐπιστηρίξαι με ἐν τῷ φόβῳ αὐτοῦ καὶ ἄξιον ἀναδεῖξαί με δοῦλον τῆς αὐτοῦ ἀγαθότητος. Ἀμήν.

Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

Ο “ξεροκέφαλος” 15χρονος Νεομάρτυς Ιωάννης ο Μονεμβασιώτης και η νηστεία [21 Οκτωβρίου]

Ο “ξεροκέφαλος” 15χρονος Νεομάρτυς Ιωάννης ο Μονεμβασιώτης και η νηστεία [21 Οκτωβρίου]


Προτίμησε να πεθάνει παρά να χαλάσει τη νηστεία! Ένα νέο παλληκάρι που αξιώθηκε να λάβει το στεφάνι του μαρτυρίου υπακούοντας στην εντολή του Θεού. Όπως και οι άγιοι Επτά Μακκαβαίοι…

Ας δούμε το βίο του.Είναι ένα παράδειγμα με το οποίο μπορούμε  να διδάξουμε την αξία της νηστείας στα παιδιά…

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Μονεμβασίας. Ὁ ἱερέας πατέρας του καταγόταν ἀπὸ τὸ Γεράκι, ἐνῶ ἡ μητέρα του ἀπὸ τὸ γειτονικὸ χωριὸ Γοῦβες τῆς Μονεμβασίας. Στὶς Γοῦβες, σύμφωνα μὲ μαρτυρίες, τοποθετήθηκε ἐφημέριος ὁ πατέρας τοῦ Νεομάρτυρα καὶ ἐκεῖ γεννήθηκε τὸ 1758 ὁ Ἰωάννης, γι’ αὐτὸ καὶ κατὰ πολλούς, πῆρε τὴν προσηγορία Γουβιώτης. Ἀπὸ μικρὸς ὁ Ἰωάννης, προσπαθοῦσε νὰ μιμεῖται τὴν ζωὴ τοῦ ἱερέα πατέρα του, τὸν βοηθοῦσε στὶς δουλειὲς τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ πάντα θυμόταν ὅτι αὐτὸς ἦταν “παπᾶ υἱὸς” καὶ ἔπρεπε νὰ προσέχει τὴν συμπεριφορά του, ὥστε νά᾽ ναι παράδειγμα γιὰ τὰ ὑπόλοιπα παιδιὰ τῆς ἡλικίας του.

Τὸ ἔτος 1770 οἱ ὀρδὲς τοῦ Ἀλβανοῦ Χατζῆ Ὀσμάν, ἀφοῦ κατέπνιξαν κάθε σημεῖο ἑλληνικῆς ἀντίστασης, ἔφτασαν καὶ στὶς Γοῦβες. Οἱ Ἀρβανίτες σκότωσαν τὸν πατέρα τοῦ Ἰωάννη καὶ ἐν συνεχείᾳ αἰχμαλώτισαν τὸν ἴδιο καὶ τὴν μητέρα του, ἐνῶ τοὺς πῆραν μαζί τους στὴν Λάρισα, ὅπου ἐκεῖ πουλήθηκαν δύο καὶ τρεῖς φορὲς ὁ καθένας ξεχωριστά. Ὕστερα ἀπὸ δύο χρόνια ξαναπουλήθηκαν ἀλλὰ αὐτὴ τὴν φορὰ ἀγοράσθηκαν ἀπὸ τὸ ἴδιο ἀφεντικό, ἕναν Τοῦρκο ποὺ εἶχε κτήματα καὶ ὑποστατικά. Αὐτὸς ὁ Τοῦρκος δὲν εἶχε παιδιὰ καὶ βλέποντας τὰ χαρίσματα τοῦ Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ἦταν  πολὺ ἔξυπνος γιὰ τὴν ἡλικία του, πρόθυμος, πειθαρχικὸς καὶ σβέλτος στὴν δουλειά, σκέφτηκε μαζὶ μὲ τὴν γυναίκα του νὰ τὸν κάνουν ψυχοπαίδι τους. Ἀπὸ τὴν στιγμή, λοιπόν, ἐκείνη, προσπαθοῦσε καθημερινὰ νὰ τὸν διαστρέψει ἀπὸ τὴν πίστη τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ τὸν κάνει Ὀθωμανό. Ἀρχικά, προσπάθησε μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις καὶ κατόπιν μὲ φοβέρες καὶ βασανισμούς, νὰ κάμψει τὴν ἀντίσταση τοῦ 15χρονου Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ὅμως ἔστεκε στερεὸς καὶ ἀκλόνητος στὴν χριστιανικὴ πίστη του.

Μία μέρα ὁ ἀφέντης κουράστηκε νὰ παρακαλεῖ τὸν Ἅγιο νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ θυμωμένος ὅπως ἦταν, τὸν ὁδήγησε στὴν αὐλὴ τοῦ Τζαμιοῦ. Ἐκεῖ μαζεύτηκαν πολλοὶ Ἀγαρηνοί, ποὺ προσπαθοῦσαν μὲ χτυπήματα, φοβέρες καὶ σπαθισμοὺς νὰ κάνουν τὸν Μάρτυρα νὰ τουρκίσει. Ἡ ἀπάντηση ὅμως τοῦ Ἰωάννη ἦταν ξεκάθαρη: Ἐγὼ δὲν γίνομαι Τοῦρκος. Χριστιανὸς εἶμαι καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸν Ἀγαρηνὸ καὶ ἡ γυναίκα του προσπαθοῦσε καθημερινὰ μὲ μαγεῖες καὶ σατανικὰ γοητεύματα νὰ ξεμυαλίσει τὸν Ἅγιο ἢ νὰ τὸν κάνει νὰ κυριευτεῖ ἀπὸ σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἔτσι νὰ τὸν τουρκίσουν. Ἀλλά, ὁ Ἰωάννης, ἔχοντας τὸν Θεὸ μέσα του ἔμεινε καθαρὸς ἀπ’ ὅλα. Ἡ θεία χάρη τὸν φύλαξε ἀπ’ ὅλα τὰ διαβολικὰ τεχνάσματα τῆς γυναίκας τοῦ Ἀγαρηνοῦ.

Ἔφθασε ὅμως ἡ νηστεία τῆς Παναγίας, τὸν δεκαπενταύγουστο. Ὁ Τοῦρκος, μόλις κατάλαβε ὅτι ὁ Ἰωάννης δὲν ἤθελε νὰ χαλάσει τὴν νηστεία καὶ νὰ ἀρτυθεῖ, ἀποφάσισε νὰ τὸν κλείσει σ’ ἕνα στάβλο. Ἐκεῖ τὸν κλειδαμπάρωσε γιὰ ὅλο τὸ διάστημα τῶν 15 ἡμερῶν καὶ πότε τὸν κρεμοῦσε καὶ τὸν κάπνιζε μὲ ἄχυρα καὶ πότε τὸν χτυποῦσε μὲ τὸ σπαθὶ τοῦ προσπαθώντας νὰ τὸν κάνει νὰ φάει καὶ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία. Ἀλλὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὄχι ἁπλῶς δὲν ἔφαγε ἀρτυμένα φαγητά, ἀλλὰ οὔτε κἂν τὰ δοκίμασε καὶ παρακαλοῦσε καὶ προσευχόταν στὴν Παναγία νὰ τὸν βοηθήσει νὰ μὴν ἀρτυθεῖ, ἐνῶ προτιμοῦσε καλύτερα νὰ θανατωθεῖ παρὰ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία.

Ὁ ἀφέντης του, βλέποντας ὅτι δὲν πείθεται, τὸν ἄφηνε νηστικὸ 2 καὶ 3 ἡμέρες, χωρὶς νὰ τοῦ δίνει τίποτε νὰ φάει. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννη στεκόταν κοντὰ στὸν γιό της καὶ βλέποντάς τον ἀποκαμωμένο ἀπὸ τὰ βασανιστήρια καὶ ἀπὸ τὴ νηστεία, τὸν παρακινοῦσε νὰ φάει λέγοντάς του: Φάε γιέ μου ἀπὸ αὐτὰ τὰ φαγητὰ γιὰ νὰ μὴν πεθάνεις καὶ ὁ Θεὸς καὶ ἡ Παναγία σὲ συγχωροῦν, γιατί δὲν τὸ κάνεις μὲ τὸ θέλημά σου, ἀλλὰ ἀπὸ ἀνάγκη. Λυπήσου με καὶ ἐμένα τὴν φτωχὴ καὶ στενοχωρημένη μητέρα σου καὶ μὴ θελήσεις νὰ πεθάνεις παράκαιρα καὶ μὲ ἀφήσεις ἀπαρηγόρητη σ’ αὐτὴ τὴν σκλαβιὰ καὶ ξενιτιά.

Στὶς παρακλήσεις αὐτὲς τῆς μητέρας του ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: Γιατί κάνεις ἔτσι μητέρα μου καὶ γιὰ ποιό λόγο κλαῖς; Γιατί δὲν μιμεῖσαι καὶ σὺ τὸν Πατριάρχη Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θέλησε νὰ θυσιάσει τὸν μοναδικὸ γιό του, ἀλλὰ μόνο κλαῖς καὶ θρηνεῖς; Ἐγὼ εἶμαι παπᾶ υἱὸς καὶ πρέπει νὰ φυλάγω καλλίτερα ἀπὸ τοὺς γιοὺς τῶν λαϊκῶν τοὺς νόμους καὶ τὰ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί ὅταν δὲν φυλᾶμε τὰ μικρά, πῶς μποροῦμε νὰ φυλάξουμε τὰ μεγάλα; Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπάντηση, ἐξαγριωμένος πιὰ ὁ Τοῦρκος, στὶς 19 Ὀκτωβρίου 1773 τοῦ ἔδωσε μία θανατηφόρα μαχαιριὰ στὴν καρδιὰ καὶ μετὰ ἀπὸ δύο ἡμέρες ὁ Ἅγιος Ἰωάννης πέθανε καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Ἡ μνήμη του τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὶς 21 Ὀκτωβρίου.

Πηγή: Χριστιανική Φοιτητική Δράση, Αντέχουμε…